Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΖ΄

Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805


Αμφικτυονικά


Όταν δε οι Πρέσβεις παρρησιαζόμενοι έμελλον εκτελέσωσι το επάγγελμά των, μετά την θυσίαν εις τον Απόλλωνα, την Άρτεμιν, Λητώ και Αθηνάν, ώμνυον λέγοντες (1) "ότι δεν ήθελον αναστρέψη ποτέ καμμιάν Αμφικτυονικήν πόλιν, ουδέ εμποδίσουσι τον δρόμον των υδάτων είτε εν πολέμω, είτε εν ειρήνη, ουδ' ήθελον σμικρύνη ποτέ την προς τους λατρευομένους θεούς ευσέβειαν". Κατ' αυτόν τον τρόπον πάσα θεοβλάβεια και βεβήλωσις, πάσα διχόνοια των επαρχιών και πόλεων, εκρίνετο ενώπιον των Αμφικτυόνων, οίτινες είχον την δύναμιν του ψηφίζειν, τιμωρείν, και χρείας τυχούσης του συλλέγειν στράτευμα προς ποινήν των εθελοκάκων, και μη πειθαρχούντων ταις προσταγαίς των (2).


Ταύτα και άλλα παρακινούντα αίτια προς συμμαχίαν, συνήψαν τους Έλληνας εις ένα μεγαλοδύναμον και ενάμιλλον σώμα. Διά ταύτην την συμμαχικήν ένωσιν μια Γη, ουδέ το ήμισυ της Αγγλίας κατά το μέγεθος, ημπόρεσε να αντιπαραταχθή εις όλα τα βασίλεια του κόσμου, και εις αυτούς τους δυνατωτάτους Μονάρχας της γης. Διά ταύτη, λέγω, την ένωσιν, ου μόνον εσυγκρίθησαν οι Έλληνες με τα άπειρα στρατεύματα της Περσίας, αλλά και διεσκόρπισαν, κατέστρεψαν, και κατετρόπωσαν αυτά, ταπεινώσαντες τόσον, ώστε υπήκουσαν εις συμβιβασμούς ειρήνης, όσω μάλλον αδοξοτέρους εις τους νικηθέντας, τόσω πλέον ενδοξοτέρους εις τους νικητάς. Αλλά από όλας τας πόλεις της Ελλάδος, δύο ήσαν κυρίως, οπού υπερέβαινον τας λοιπάς κατά τε την αξίαν, ανδρείαν τε, και σοφίαν, αι Αθήναι και η Λακεδαίμων.


Επειδή ουν αύται αι δύο πόλεις ήσαν το παράδειγμα της ανδρείας, είτε σοφίας εις τας λοιπάς, και επειδή το βάτος του πολέμου των λοιπών έπιπτεν εις την ράχιν των, αρμόδιον είναι να εξυφάνωμεν πλατύτερον την ιστορίαν αυτών, δίδοντες τω αναγνώστη ιδέαν τινά του πνεύματος, χαρακτήρος, των ηθών, και του πολιτικού συστήματος των εν αυταίς.


(1) Αισχ. περί παραπρ.

(2) Πλ. εν Κιμ.

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΣΤ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805

Αμφικτυονική σύνοδος

Αλλ’ ο καθολικός δεσμός της ενώσεως εχρημάτισεν η Αμφικτυονική σύνοδος, ήτις συσταθείσα, ως ανωτέρω ερρέθη, υπό Αμφικτύονος βασιλέως Αττικής, συνηθροίζετο δις του χρόνου, φθινοπώρου εν Θερμοπύλαις, και έαρος εν Δελφοίς, συμβουλευομένη υπέρ του κοινού συμφέροντος των πολιτειών, ων εκάστη έστελλε τους ιδίους πρέσβεις, αφ’ ων και συνίστατο η Σύνοδος. Αι δε πολιτείαι οπού έστελλον πρέσβεις εις αυτήν την Σύνοδον, ήσαν δώδεκα τον αριθμόν, (1) ήγουν οι Θεσσαλοί, Θηβαίοι, Δωριείς, εν οις οι Λακεδαιμόνιοι είχον τα πρωτεία οι Ίωνες, εν οις οι Αθηναίοι, οι Περραιβοί, οι Μάγνητες, οι Λοκροί, οι Οιτείς, οι Φθιώται, οι Μαλεείς, οι Φωκείς, και οι Δόλοπες. Καθεμία πόλις, οπού είχε προνόμιον να παρεδρεύη εν τη Αμφικτυονική συνόδω, έστελλε δύο πρέσβεις εις κάθε συνέλευσιν, ων ο μεν ωνομάζετο Ιερομνήμων (2), και εφρόντιζε περί της θρησκείας, ο δε Πυλαγόρας (3), και εσκέπτετο περί των πολιτικών της Δημοκρατίας του. Εκ δε τούτων των πρέσβεων, καίτοι κατ’ αρχάς αναλόγως τω αριθμώ των πόλεων αποστελλομένων, μετά καιρόν εστέλλοντο χρείας τυχούσης υπό των δυνατωτέρων πόλεων και περισσότεροι Πυλαγόραι, διά να παρευρίσκωνται εις καμμίαν αναγκαίαν περίστασιν, ή να επικυρώνωσι τους ουσιώδεις σκοπούς τινός Φατρίας (4).

(1) Παυσ. 1. 8.
(2) Σουΐδ. Εν λεξ.
(3) Δημ. Περί Στεφ.
(4) Στρ. Θ΄.

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΕ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805

Ολυμπιακοί αγώνες


Όλαι δε αύται αι πόλεις, καίτοι διαφέρουσαι αλλήλων εν τω φανερώ κατά τους νόμους, και τα ιδιαίτερα συμφέροντα, ήσαν μ' όλον τούτο ηνωμέναι με την αυτήν χαρακτηριστικήν αλαζονείαν, δι' ην και εθεώρουν τα λοιπά έθνη ως βάρβαρα και ανίσχυρα, περιφρονούντες και αυτήν την Αίγυπτον, οπού εδίδαξεν αυτούς πάσαν τέχνην, και παν πολιτικόν σύστημα, και θεωρούντες την ως ημιβάρβαρον μάλλον, ή αξίαν του ονόματος της σοφίας.


Διά να γένη ο δεσμός των πολιτειών της Ελλάδος στενώτερος, διετάχθησαν απανταχόσε διάφοροι αγώνες [1], εν οις οι ευδοκιμούντες εστεφανούντο διαφόροις άθλοις και βραβείοις. Ούτοι οι Αγώνες διετάχθησαν διά πολλά ωφέλιμα αίτια. Πρώτον μεν διά να έχωσιν αι διάφοροι πολιτείαι ευκαιρίαν προς συνέλευσιν. Έπειτα δε ίνα περισσεύη ο ζήλος προς την θρησκείαν. Και τέλος ίνα εξασκώνται οι νέοι εις τα του πολέμου, αυξάνοντες την ρώμην και δραστικότητα, τα αναγκαιότατα τότε προς νίκην.


[1] Από όλους τους αγώνας οι Ολυμπιακοί υπάρχουσιν οι περιφημότεροι. Ούτοι κατά διαφόρους Συγγραφείς (Παυσ. Ε΄1. κτ. Στρ. Η΄.) συνεστάθησαν από διαφόρους, εξ ότου δε ανενεώθησαν υπό του Ιφίτου 3120 π.Χ. επί του Λυκούργου, επαίζοντο αδιακόπως κάθε τέσσαρας χρόνους διά πέντε ημερών περί τα μέσα του μηνός Ιουλίου μετά μεγάλης πομπής. Αλλ' η καθ' αυτό χρονολογία των Ολυμπιάδων μετρείται από του Κοροίβου, ότε ενίκησεν εν τω Ιπποδρομίω προ Χριστού γεννήσεως 776, από κτίσεως κόσμου 3228, εν τω τρίτω έτει Αισχύλου του παντοτεινού Άρχοντος εν Αθήναις, 408 χρόνους μετά την άλωσιν της Τρωάδος, και ότε αυταί είχον παιχθή εικοσιοκτώ φοραίς. Από της χρονολογίας των Ολυμπιάδων όλαι αι ειδήσεις των Ελλήνων νομίζονται ως ιστορικαί, εν ω αι προ αυτών κατά τον Βάρρωνα λογίζονται ήτοι ως άδηλοι, ή ως μυθώδεις.

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΔ΄

Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805

Μακεδονία


ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ έσχεν πρώτον βασιλέα τον Καρανόν[1], απόγονον του Ηρακλέους, αφ' ου και διήρκεσεν 626 χρόνους, έως ότου ελθόντες οι Ρωμαίοι, έλαβον τον Περσέα αιχμάλωτον.


Τοιαύτην εικόνα παρίστησιν ημίν η Ελλάς εν τη πρώτη νηπιότητι, μίαν σωρείαν πολιτιδίων, ων εκάστη είχε τον ξεχωριστόν βασιλέα της, κοινώς μεν υπέρ της αμοιβαίας ασφαλείας τε και του συμφέροντος αλυσοδεδεμένων, ιδιαιτέρως δε στασιαζουσών προς αλλήλας, και κατεχθρευομένων, εξ αιτίας και μόνης της ζηλοτυπίας των βασιλέων, πηγής παντοτεινής διχονοιών, ως πολλάκις συμβαίνει εις τοιαύτα βασιλίδια. Αλλά τέλος αύται αι πολιτείαι άρχησαν να εξυπνώσι βαθμηδόν από τον λήθαργον της ελεεινής αυτών καταστάσεως. Ο λαός σωφρονισθείς από τας δυστυχίας του, και μη υποφέρων πλέον την παντοτεινήν έχθραν και διχόνοιαν ων βασιλέων, επεθύμει να είναι ελεύθερος. Το πνεύμα της ελευθερίας υπερίσχυσε καθ' όλην την Ελλάδα, και ούτω πάσα επαρχία, πλην Μακεδονίας, μετέβαλε την διοίκησιν εκ Μοναρχίας εις Δημοκρατίαν, η οποία διέφερε μ' όλον τούτο τη μορφή αναλόγως τω αριθμώ των πόλεων, κατά το διάφορον πνεύμα, και τον ιδιαίτερον χαρακτήρα εκάστου λαού.


[1] 2170. κτ. τ.

Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΓ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805

Κόρινθος


Η ΚΟΡΙΝΘΟΣ άρχησε βραδύτερον, ή αι ανωτέρω ρηθείσαι πόλεις, να λαμβάνη μορφήν μιας επαρχίας, και να διοικήται τακτικώς από βασιλείς. αύτη ούσα πρότερον υποκειμένη εις το Άργος, και εις τας Μυκήνας, εκυριεύθη τέλος υπό του υιού του Αιόλου Σισύφου, του οποίου ο υιός Γλαύκος συνέστησε τα Ίσθμια(1). Επί της βασιλείας των υιών του Προπόδα εξουσίασε ταύτης ο Ηρακλείδης Αλήτης, εξ ου κατήγοντο και οι Βακχιάδαι, οίτινες υπέρ τους διακοσίους τον αριθμόν, μετέβαλον την βασιλικήν διοίκησιν εις αριστοκρατικήν, εκλέγοντες κατ' έτος εξ αυτών αρχηγόν τινα υπό το όνομα Πρύτανιν(2). Εν ταύτη τη αριστοκρατική εξουσία, η οποία διήρκεσε περί τας πέντε γενεάς, στείλαντες οι Κορίνθιοι αποικίας κατώκισαν τας Συρακούσας και την Κέρκυραν, αύτη δε την Επίδαμνον και Απολλωνίαν εν Ιλλυρία. Τέλος εκδιώξας τους Βακχιάδας ο Κύψελος, υιός του Ηετίωνος, έλαβε το σκήπτρον της τυραννίας, μεθ' ον βασιλεύει ο υιός του Περίανδρος, γνωστός διά τε την συναρίθμησίν του μεταξύ των επτά σοφών της Ελλάδος, και διά τα κρίματά του(3), δι ά και παροργισθέντες οι Κορίνθιοι, και φονέυσαντες τον διάδοχόν του Ψαμμήτιχον(4), μετέβαλον την διοίκησιν εις ένα μίγμα ολιγαρχίας και δημοκρατίας, και έκτοτε το προς την Μοναρχίαν μίσος, το πρόσφορον εμπόριον, η θέσις του Ισθμού, η μόνη κοινωνία μετά της Πελοποννήσου και της ξηράς, ηνάγκασαν τους Κορινθίους εις διαφόρους εμφυλίους πολέμους της Ελλάδος(5).


(1) Παυσ. Α΄.

(2) Ο αυτός. Κορνθ. Β΄.

(3) Ηρ. Ε΄. 92. παρ. 6.

(4) Αρ. πολ. Ε΄. 12.

(5) Vinding. Hellen. p. 160. sqq.

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΒ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
Τρωϊκά Β΄

Φθάσαντες ουν οι Έλληνες εις την Τρωάδα, καταδιώκουσι τους Τρωαδίτας εις τα τείχη της πόλεως, προσπαθώσι να την κυριεύσωσι δι’ εφόδου, αλλ’ εις μάτην, αναγκάζονται λοιπόν να την πολιορκήσωσι, τέλος δε μη έχοντες ζωοτροφίαν, άρχησαν να αρπάζωσι τας γειτόνους χώρας, αλλ’ η τοιαύτη πηγή δεν ημπορεί να διαρκέση πολύ. Διά τούτο οι μεν αυτών εστάλησαν προς γεωργίαν των πεδιάδων της Θρακικής χερσονήσου, οι δε καθήμενοι, επολιώρκουν την πόλιν. Οι Τρωαδίται μη φοβούμενοι, επολιώρκουν την πόλιν. Οι Τρωαδίται μη φοβούμενοι τους αναπολειφθέντας Έλληνας, εξήρχοντο πολλάκις εις μάχην, και ενέβαλλον εις την πόλιν νέας ζωοτροφίας. Και ούτως εννέα χρόνοι παρήλθον, χωρίς να υπερισχύση κανένα μέρος. Εν δε τω δεκάτω έτει αι προφανείς συμφοραί των Ελλήνων, προυξένησαν ταχέως την πτώσιν της υπερηφάνου πόλεως του Πριάμου. Ο φθοροποιός λοιμός, οπού συνέβη εις το στράτευμα των Ελλήνων, και η περιβόητος διχόνοια του Αχιλλέως και Αγαμέμνονος, ηδυνάτισαν τους Έλληνας ουκ ολίγον. Οι Τρωαδίται εγκαρδιωθέντες, ώρμησαν πολλάκις εις τους Έλληνας κατά το στρατόπεδον, νικήσαντες αυτούς εις διαφόρους μάχας, ων εν τη τελευταία εφονεύθη παρά του Έκτορος, του ανδρειοτάτου των Τρωαδιτών, ο ειλικρινής φίλος του Αχιλλέως Πάτροκλος. Ο θάνατος του Πατρόκλου παρώργισε τον Αχιλλέα κατά των Τρωαδιτών, όστις άχρι τούδε δεν επολέμει διά τον προς τον Αγαμέμνονα θυμόν του, και ελθών πάλιν εις το στρατόπεδον, έσβυσε την φλόγα της οργής του εις το αίμα του Έκτορος, όστις ενομίζετο ως τείχος ακαταμάχητον της Τρωάδος, η οποία και ου πολύ μετά τον θάνατόν του εκυριεύθη κατά τινας μεν δόλω και προδοσία, κατ’ άλλους δε στρατηγήματι, ολίγων τινών διασωθέντων εκ των φλογών εις εκείνον τον θόρυβον. Τοιουτωτρόπως οι Έλληνες αναλαβόντες την Ελένην, εκδικήθησαν εντελέστατα την τε οικίαν, και το έθνος του πρωταιτίου του πολέμου.

Η Ελλάς εθριάμβευεν, αλλά μελαγχολικός ο θρίαμβος, επειδή μετά την επιστροφήν των διχόνοιαι, και εμφύλιοι πόλεμοι συνέβησαν εις όλας τας πολείς της Ελλάδος. Πολλοί των βασολέων κατέφυγον μετά την επιστροφήν των εις μακρυνούς τόπους, χωρίς ελπίδος επιστροφής. Ο Αγαμέμνων επιστρέψας εις το Άργος, εφονεύθη υπό της γυναικός του κλυταιμνήστρας, διά τον άνομον έρωτά της μετά του Αιγίσθου, ο δ’ υιός του Ορέστης καταφυγών εις Αθήνας, και επανελθών εις Άργος μεθ’ επτά χρόνους, εφόνευσε τον Αίγισθον μετά της ενόχου μητρός του, μείνας αυτοκέφαλος της βασιλείας. Ο Μενεσθεύς βασιλεύς των Αθηνών απέθανεν εν τη Μήλω. Ο υιός του Αχιλλέως Πύρρος κατώκησε της Ηπείρου. Γνωσταί είναι αι τύχαι του Οδυσσέως, όστις μετά πολλών χρόνων περιπλάνησιν, ανέλαβε μεν πάλιν το βασίλειον της Ιθάκης, αλλ’ ουχί χωρίς αιματοχυσίας των ευγενεστέρων υπηκόων του. Τοιούτος υπάρχει ο θρυλλούμενος Τρωϊκός πόλεμος και τα εξ αυτού κατά τους καλλίστους Συγγραφείς, εν οις ο Όμηρος κατέχει πάντοτε τα πρωτεία.

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΚΑ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
Τρωϊκά – η εκστρατεία[1]

Δεν ήθελεν είναι ανάρμοστον να αναφέρω ενταύθα συντόμως τα Τρωϊκά, καίτι τοις πάσι γνωστά. Εν τη μικρά Ασία ην η περίφημος Τρωάς, ήτις κάτ’ αρχάς μεν ωνομάσθη Τευκρία από Τεύκρου πρώτου βασιλέως ταύτης, Δαρδανία από Δαρδάνου γαμβρού του Τεύκρου είτα δε Τρωάς από Τρώος υιού του Εριχθονίου, και παρά τοις Ποιηταίς Ίλιον από Ίλου υιού του Τρώος. Αύτη η πόλις δις εκυριεύθη, και δις ανεκτίσθη. Το δεύτερον εκυριεύθη από τον Ηρακλέα επί υιού του Ίλου Λαομέδοντος, ο οποίος ανωκοδόμησεν αυτήν εκ θεμελίων, στηριχθείσαν με τείχη ασφαλέστατα. Μετά τον Λαομέδοντα βασιλεύει ταύτης ι υιός του Πρίαμος, εφ’ ου και έγινεν ο Τρωϊκός πόλεμος. Ότι κατ’ εκείνον τον καιρόν συνειθίζετο η αρπαγή των γυναικών, και μάλιστα των περιφανεστέρων, αποδεικνύεται από τον φόβον του Τυνδάρεω, βασιλέως της Σπάρτης, και πατρός της περικαλλούς Ελένης, όστις φοβούμενος και δευτέραν αρπαγήν της θυγατρός του, υπεχρέωσεν ενόρκως διαφόρους άρχοντας, οπού εζήτουν αυτήν εις γυναίκα, προς ποινήν, ει τύχοι, του άρπαγος. Ο Πάρις, υιός του Πριάμου, ο οποίος ονομάζεται και Αλέξανδρος, ελθών εις Σπάρτην, και τυχών άκρας υποδοχής υπό του Μενελάου, ήρπασε κτυφίως την κατά κλήρον λαχούσα γυναίκα του Ελένη ομού μετά πολλών θησαυρών. Μία τοιαύτη ατιμία εις ένα τοιούτον Μονάρχην, η παράβασις της φιλοξενίας, ο φημιζόμενος πλούτος της Ασίας, ο όρκος, η ισχύς του Αγαμέμνονος, βασιλέως του Άργους, και αδελφού του Μενελάου, παρεκόνησαν όλους τους βασιλείς της Ελλάδος από Πελοποννήσου έως Θεσσαλίας μετά του Ιδομενέως βασιλέως της Κρήτης, και άλλων τινών, πλην των Ακαρνάνων, προς εκδίκησιν, οίτινες και εκλέξαντες άνακτα και αρχιστράτηγον τον Αγαμέμνονα, συνηθροίσθησαν εις την Αυλίδα, τον λιμένα της Ευβοίας, όθεν και ο στόλος έπλευσε, συνιστάμενος από 1200 πλοία κατά τον Θουκυδίδην, ων έκαστον εμπεριείχεν 120 ανθρώπους.


[1] Η περιγραφή των Τρωικών από τον Γκόλντσμιθ παρέχεται υπό την μορφή σύντομης υποσημειώσεως στο τέλος του κεφαλαίου, που αναφέρεται στο βασίλειο της Σπάρτης.

Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος Κ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
Σπάρτη

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ της Σπάρτης, ή Λακεδαίμονος συνεστήθη κατά τινας από τον Λελεγα[1]. Η Ελένη, η δεκάτη κατά την διαδοχήν από τούτου του μονάρχου, είναι πασιθρύλλητος διά τε την ωραιότητα και απιστίαν της, επειδή μόλις ζήσασα μετά του συζύγου της Μενελάου έτη τρία, ηρπάγη από τον Πάριν, τον υιόν του Πριάμου, βασιλέως της Τρωάδος. Και τούτο φαίνεται ήτον η πρώτη αφορμή, δι’ ην οι Έλληνες ηνώθησαν εις μίαν κοινότητα, και εκυρίευσαν της Τρωάδος μετά πολιορκίαν δέκα χρόνων[2], καθ’ ον χρόνον ο Ιεφθά ην κριτής του Ισραήλ.


[1] Η Λακεδαίμων είναι μεν παλαιοτάτη, ως παρ’ Ομήρω φαίνεται, αλλ’ ουχί τόσον επίσημος εις τα Ελληνικά χρονικά. Το αξιολογώτερον αρχαιότερον συμβεβηκός ίσως κρίνεται η άλωσις της Σπάρτης υπό του περιφήμου Ηρακλέους, όστις εφόνευσε τον τότε βασιλεύοντα Ιπποκόοντα. Η αληθής όμως λαμπρότης της Σπάρτης χρονολογείται από της βασιλείας του Τυνδάρεω, όστις ετέθη επί του θρόνου υπό του Ηρακλέους, και του οποίου η περίφημος Λήδα είναι η μήτηρ των περιφήμων διδύμων Κάστωρος και Πολυδεύκους, των και Διοσκούρων ονομαζομένων, και των περιφημοτέρων αδελφών, Κλυταιμνύστρας και Ελένης. Οι δύο άρρενες αποθεωθέντες διά τα ηρωϊκά των έργα, απέθανον νέοι, των δε αδελφών η μεν Κλυταιμνήστρα συνεζεύχθη μετά του Αγαμέμνονος, η δ’ Ελένη μετά του αδελφού του Μενελάου, και ούτως η οικία του Πέλοπος ηυξήθη ισχύϊτε και λαμπρότητι. Η διοίκησις της Λακεδαίμονος ήτον κατά πρώτον Μοναρχικήν από Λακεδαίμονος γαμβρού του Ευρώτα, άχρι του υιού του Ορέστου Τισαμενού, όστις υστερήθη υπό των Ηρακλειδών του βασιλείου της Σπάρτης, η οποία έσχε δύο βασιλείς ανθ’ ενός, ως κατωτέρω ρηθήσεται.
[2] 1270 π.Χ.

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΙΘ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805


ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ των Θηβών έχει την αρχήν από του Κάδμου. Ο ήρως ούτος, υιός Αγήνορος, κατήγετο εκ της Φοινίκης, ή ώστινες θέλουσιν εξ Αιγύπτου, όθεν ορμώμενος ήλθεν εις την Βοιωτίαν, και νικήσας μάχη τους Αίονας, προτέρους κατοίκους της Βοιωτίας, έκτισε προς ασφάλειαν την Καδμείαν, όπου κατώκησε μετά των οπαδών του, πληθυνόντων δε των υπηκόων του, εκτίσθησαν μετά ταύτα αι Θήβαι, και η Καδμεία έγινεν ακρόπολις[1]. Αυτός εκδιδοται ως ευρετής των δεκαε΄ξ γραμμάτων του Αλφαβήτου. Επειδή όμως και τα σημεία, και η προφορά αυτών των γραμμάτων ομοιάζει πολύ με την των παλαιών Φοινικικών, ή Εβραϊκών γραμμάτων πιθαναλογούσι τινές, ότι δεν τα εφεύρεν, αλλά τα μετασχημάτισε μόνον εκ της πατρικής του διαλέκτου, ήτις και αυτή τα εδανείσθη από την Αίγυπτον, την μητέρα αυτής της μεγίστης ευρέσεως, ήτις συνήψε τωόντι τον άνθρωπον μετά της Θεότητος τω πλούτω των γνώσεων[2]. Ο Κάδμος έχυσε πρώτος εν Ελλάδι μέταλλα, συστήσας μεταλλουργεία κατά το Παγγαίον όρος εν Θράκη[3]. Αι παράδοξοι τύχαι των δυστυχών απογόνων του, Λαΐου, Ιοκάστης, Ετεοκλέους, και Πολυνείκους, κατέχουσι τον περιφανέστερον τόπον μεταξύ των ποιητικών πλασμάτων ταύτης της περιόδου[4].


[1] Παυσ. Βοιωτ. Κεφ. ς΄
[2] Mersham. Can. Chron. I. VIII.
[3] Plin. Hist. nat. libr. VII. C. 56.
[4] Η χρήσις του οίνου προξένησεν όχι ολιγωτέρας απανθρωπίας εις τας Θήβας, ή εις τα άγρια έθνη της Αμερικής. Η κατάχρησις του κακοήθους ποτού έφερε τον θάνατον του Πολυδώρου υιού του Κάδμου, και του Πειθέως υιού της θυγατρός τούτου του ήρωος, οίτινες κατεσπαράχθησαν από τας Βάκχας (Παυσ. Κορινθ.). Η αυτή ατυχία διήρκεσε και έως του παντελούς ολέθρου της γενεάς του Κάδμου. Λάϊος [1401 π.Χ.] ο υιϊδούς του Πολυδώρου, γεννήσας εξ Ιοκάστης τον Οιδίπουν, κατεδίκασε το νεογνόν βρέφος εις βοράν των αγρίων ζώων, φοβούμενος κατά τον χρησμόν, μήπως ο γεννηθείς φονεύση τον πατέρα του. Αλλ’ ο δυστυχέστατος των ανθρώπων Οιδίπους, ου μόνον διασωθείς υπό των δούλων, και ανατραφείς εν ξένη κρυφίως, εφόνευσεν άκων τον πατέρα του, κατά την Φωκίδα απαντήσας, αλλά και εις Θήβας ελθών [1354 π.Χ.], έλαβε την μητέρα του Ιοκάστην εις γυναίκα, όστις μαθών μετά χρόνον, εαυτόν απετύφλωσεν. Ο νεώτερος υιός του Οιδίποδος Πολυνείκης, στασιαζόμενος προς τον αδελφόν του Ετεοκλέα υπέρ της βασιλείας, κατέπεισε τον Άδραστον βασιλέα του Άργους μετ’ άλλων έξ ηγεμόνων, και ενός πολυαρίθμου στρατού εναντίον των Θηβαίων [1317 π.Χ.]. Αλλ’ οι μεν δύο αδελφοί μονομαχήσαντες, εφόνευσαν αλλήλους. Οι δε Θηβαίοι ενίκησαν κατά κράτος τους επτά ηγεμόνας μετά του στρατού, των οποίων οι παίδες, Επίγονοι ονομασθέντες, οργισθέντες ενίκησαν αύθις κατά κράτος τους Θηβαίους [1307 π.Χ.], διαρπάσαντες την πόλιν, και ελθόντες εις την πατρίδαν των με πολλά λάφυρα (Διοδ. Σικ. Κεφ. 64-66). Μετά την εισδρομήν των Επιγόνων πέντε βασιλείς βασιλεύουσι των Θηβαίων, ων ο τελευταίος ην ο Ξάνθος οπού εφονεύθη [1190 π.χ.] υπό του Μελάνθου, μεθ’ ο η διοίκησις έγινε Δημοκρατική (Παυσ. Θ΄. 5.).

Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΙΗ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
Κόδρος

Ο δέκατος έβδομος και ύστατος βασιλεύς των Αθηναίων ο Κόδρος[1], εθυσιάσθη εκών υπέρ της σωτηρίας της πατρίδος του, ότε ήλθον οι Ηρακλείδαι εις ακμήν να κυριεύσωσι τας Αθήνας μετά την Πελοπόννησον[2], όστις μεταμορφωθείς, κατά τον χρησμόν οπού εκήρυττε νικητάς, ώντινων ο βασιλεύς ήθελεν αποθάνη εν τη μάχη, υπό το σχήμα ενός χωριάτου, και παροργίσας ένα των στρατιωτών του εχθρού, εφονεύθη. Όπερ μαθών ο εχθρός παρά των Αθηναίων ζητούντων το λείψανόν του διά κήρυκος, ανεχώρησεν απράκτως, έντρομος γενόμενος επί τω συμβάντι. Μετά τον θάνατον του Κόδρου, διώρισαν έπειτα οι Αθηναίοι αρχηγούς της Δημοκρατίας τους Άρχοντας, ων πρώτος ονομάζεται μέδων, ο υιός του Κόδρου. Το αξίωμα του Άρχοντος διωρίσθη πρώτον διά βίου, έπειτα περιωρίσθη διά δεκαετίας, και τέλος αυξανόντων των πλουσίων και αριστοκρατικών, φοβούμενος ο Δήμος μη κινδυνεύση η ελευθερία του, περιέστειλε το αξίωμα εις ένα μόνον ενιαυτόν. Ο πρώτος των ενιαυσίων Αρχόντων ονομάζεται Κρέων.


[1] 1132 π.Χ.
[2] Meurs. de leg. atticis. libr.III.

Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος


Ιστορία της Ελλάδος ΙΖ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805

Θησεύς

Η αληθής όμως λαμπρότης των Αθηνών χρονολογείται από του Θησέως [1322 π.Χ.], δεκάτου βασιλέως της Αττικής από του Κέκροπος. Ούτος ην υιός του Αιγέως και της Αίθρας[1], ανατραφείς δε εν Τροιζήνι, εις την οποίαν η εύκλεια των άθλων του συγγενούς του Ηρακλέους ανηρέθισε την φιλαυτίαν του, απεφάσισε να μιμηθή αυτόν τον Ήρωα[2]. Η κατάλυσις πολλών κακούργων, η νίκη κατά των Παλλαντιδών, οίτινες εζήτουν να κυριεύσωσι τον θρόνον, η θυσία ενός αγρίου ταύρου, όστις έφθειρε τα πέριξ του Μαραθώνος, χαρακτηρίζουσι την ιδιωτικήν του ζωή. Ιδιαιτέρως δε είλκυσε την εύνοιαν των Αθηναίων, ηλευθέρωσεν αυτούς από τον φόρον, οπού έδιδον κατά καιρούς εις τον Μίνωα βασιλέα της Κρήτης, του οποίου τον υιόν δολοφονήσαντες οι Αθηναίοι, κατεδικάσθησαν απ’αυτόν, όστις πρώτος εν τη Ελλάδι εκτήσατο ναυτικόν, και υπέταξε τας Κυκλάδας νήσους, να προσφέρωσι κατ’ έτος επτά νέους, και ισαρίθμους νέας. Ο Θησεύς κινδυνεύσας την ζωήν του, υπήγεν εις των επτά εις την Κρήτην, όπου θαυμασθείς διά την ανδρείαν του, και λαβών γυναίκα την Αριάδνην, θυγατέρα του Μίνωος, ηλευθέρωσε του γένος του της δουλείας, άξιος της βασιλείας έργω φανείς, ης και έτυχε μετά την από της Κρήτης επιστροφής του. Ευθύς έπειτα συνήψε τους Αθηναίους εις μίαν πόλιν, και περιορίσας μ.όνος του την βασιλικήν αξίαν, συνέστησε το δημοκρατικόν σύστημα, και εκήρυξε τον εαυτόν του μόνον υπερασπιστήν των νόμων, και αρχηγόν της Δημοκρατίας. Ο Θησεύς ήθελεν υπερβή βεβαίως όλους τους απ’ αιώνος βασιλείς κατά το μέγεθος της δόξης, αν δεν ετυφλούτο από μίαν άκαιρον φιλονεικίαν να μιμηθή τον Ηρακλέα, αρπάσας την Ελένην ενναετή ούσαν μετά Πειρίθου του ειλικρινεστάτου φίλου του, δι’ ου παρώξυνε τους αδελφούς της κατ’ αυτού, και προυξένησε μίαν εισβολήν εις την Αττικήν, απών αυτός προς εκτέλεσιν μικρών κατορθωμάτων, και φυλακωθείς εν Ηπείρω υπό του Αϊδωνέως, του οποίου την θυγατέρα έμελλε να αρπάση διά του Πειρίθου. Οι υπήκοοί του τον εμίσησαν, το οποίον βλέπων, ανεχώρησεν εις Σκύρον, όπου απέθανεν[3], έτη βασιλεύσας τριάκοντα.

[1] Ο Αιγεύς προβεβηκώς ων τη ηλικία, έμεινεν άτεκνος, κάιτοι δις υπανδρευθείς, δι’ όπερ επιβουλευόμενος και καταφρονούμενος υπό των πολυαρίθμων υιών του Πάλλαντος, νεωτάτου αδελφού του, ελθών εις Δελφούς, ηρώτησε τον χρησμόν περί διαδόχου. Επειδή δε η απόκρισις ην σκοτεινή και δυσνόητος κατά το σύνηθες, προσέδραμε προς εξήγησιν εις τον Πελοπίδη Πιτθέα, βασιλέα της Τροιζήνος, όστις συνείς τον χρησμόν, συγκατέκλινε τον Αιγέα μεθύσαντα μετά της θυγατρός του Αίθρας, ήτις και ου πολύ μετά την αναχώρησιν του Αιγέως εγέννησε τον Θησέα, ο οποίος κατελθών διά ξηράς μετά πολλούς κινδύνους και ανδραγαθίας εις Αθήνας, ολίγον έλειψε να φαρμακωθή εις εν συμπόσιον υπό της ζηλοτύπου μηδείας αυτόσε ευρισκομένης, αναγνωρισθής δε παρά του πατρός του από τινα σημεία, ανεκηρύχθη διάδοχος, νικήσας έπειτα μάχη τους επιβουλεύοντας Παλλαντίδας. Ούτος συνέστησε την κοινήν των Αθηναίων εορτήν Αθήναια ονομαζομένη, ύστερον δε απ’ αυτού Παναθήναια κληθείσαν, και έκτοτε οι Αθηναίοι ωνομάζοντο ενί και τω αυτώ ονόματι, επειδή πρώτον εκαλούντο διαφόρως, δηλ. από το γένος Ίωνες, από την χώραν Αττικοί, από τους βασιλείς Κραναοί, Κεκρόπιοι, Ερεχθείδαι. Αυτός σύνηψε τους δώδεκα δήμους του Κέκροπος, όθεν προήρχοντο πολλά άτοπα διά το πολυκέφαλον, εις μίαν πόλιν, και συνέστησε τους Ισθμιακούς αγώνας. Μετ’ αυτόν παραλαβών ο Μενεσθεύς [1293 π.Χ.] την βασιλείαν, εστρατήγει των Αθηναίων εις τον Τρωϊκόν πόλεμον.
[2] Πλουτ. εν βίω Θησ.
[3] Πλουτ. εν βίω Θησ.

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΙΣΤ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
Μετά τον Κέκροπα και έως του Αιγαίa.

Τον Κέκροπα διεδέχθη ένας ιθαγενής Αθηναίος, Κρανάος[1] τούνομα, όστις καταλύεται υπό του Αμφικτύονος, του οποίου η σοφία γνωρίζεται εκ της Συνόδου, οπού συνέστησε μεταξύ των δώδεκα δυνατωτέρων εθνών της Ελλάδος, συνδέων την Ελλάδα όλην με την Αμφικτυονικήν καλουμένην σύνοδον εις εν σώμα τω όντι ακαταμάχητον[2]. Τον αυτόν σκοπόν είχε βέβαια, όταν ήθελε να συστήση τα Παναθήναια, το οποίον όμως δεν επρόφθασεν, εκβληθείς τω δεκάτω έτει της βασιλείας υπό του Εριχθονίου[3]. Ούτος χαλινώσας πρώτος ίππους, και ευρών την άμαξαν, έπαυσε τρόπον τινά τον άνθρωπον από το να είναι υποζύγιον[4], ανεκάλυψε τον γλυκύτατον καρπόν των μελισσών[5], και έδωκεν ιδέαν του εμπορίου εις τους υπηκόους του, τους οποίους σύνηψε στενότερον διά της εορ΄της των Παναθηναίων[6]. Εις τον καιρόν του υιού του Πανδίονος εισήχθη εις την Αττικήν η χρήσις του οίνου και σίτου, δώρον της τον δήμον τηρούσης Γεωργίας.

Και το όνομα του Τριπτολέμου[7], όστις εκοινολόγησεν αυτό το άκρον αγαθόν, πρέπει να είναι εγκεχαραγμένον εις κάθε φιλάνθρωπον ψυχήν, ως μεγίστου ευεργέτου της ανθρωπότητος[8].

[1] 1590 π.Χ.
[2] Ηροδ. πολυμν.
[3] Απολλ. Γ΄. Κεφ. ΙΔ΄.
[4] Ερατοσθ. καταστερ. 13.
[5] Βιργ. Γεωργ. Βιβλ. γ΄. στιχ. 113
[6] Διοδ. Σικ. Βιβλ. Α.
[7] Ο Τριπτόλεμος εδιδάχθη, καθώς λέγουσι, την Γεωργίαν από την θεάν Δήμητρα, ης και προς τιμήν διωρίσθησαν τα Ελευσίνια, από της πόλεως Ελευσίνος επονομασθέντα.
[8] Μετά τον Πανδίονα βασιλεύει ο Ερεχθεύς [1431 π.Χ.], παρ’ ω ευρίσκετο ο του Έλληνος [1397 π.Χ.] υιός Ξούθος μετά των υιών του Αχαιού και Ίωνος. Μετ’ αυτόν ο Κέκροψ ο δεύτερος [1372 π.Χ.]. Μεθ’ ον Πανδίων ο δεύτερος [1354 π.Χ.], και είτα ο Αιγεύς.

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΙΕ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
Κέκροψ

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ της Αττικής ην εξ αρχής πολυανθρωπότερον, ή αι πλησιόχωροι ισόχρονοι δυναστείαι[1]. Ο πρώτος βασιλεύς ονομάζεται Ώγυγος[2], εφ’ ου έγινεν ο Ωγύγιος καλούμενος κατακλυσμός επί της Αττικής. Η αληθής όμως σύστασίς της ήρξατο από του Κέκροπος. Ούτος ορμώμενος από της εν Αιγύπτω Σαΐδος[3], κατήχθη μετά των εταίρων του εις την Αττικήν, όπου ο τότε βασιλεύων Ακταίος, αφ’ ου ωνομάζετο και η Αττική Ακτή[4], υποδεξάμενος αυτόν, και συζεύξας αυτώ την θυγατέρα του Άγραυλον, άφησε διάδοχον του θρόνου. Ο Κέκροψ εν τοις 50 έτεσιν οπού διώκησε, μετέπλασε θείως τωόντι τας αγρίας ψυχάς των υπηκόων του, έδειξεν αυτοίς πολλά κάρπιμα δένδρα προς συντήρησίν των, διέταξε τα γαμικά καθήκοντα προς εταιρικήν ησυχίαν[5], συνέστησε το σεβασμιώτατον κριτήριον του Αρείου πάγου[6], το οποίον έδειξεν εις τους Έλληνας πρωϊμώτατα την εκ της δικαιοσύνης σωτηρίαν[7], διώρισεν άκρως σοφώς να θάπτωσι τους νεκρούς[8], συνήψε τους Αθηναίους προς ασφάλειάν των εις δώδεκα δήμους, ήτοι πόλεις[9], και εισήγαγε την Αιγυπτιακήν θεοκρατίαν[10]. Διά ταύτα και αποθανών ετιμήθη ως θεός[11].

[1] Θουκ. Α΄. β΄.
[2] Παυσ. Αττ. Κεφ. 38.
[3] πλατ. εν Τιμ.
[4] Στεφ. Βυζ. εν λεξ. ακτή.
[5] Αριστ. πλουτ. 773.
[6] Ο Άρειος πάγος ωνομάσθη αφ’ ενός όρους πλησίον του φρουρίου, αφιερωμένου τω Άρεϊ. Τούτο το σεβάσμιον κριτήριον συνιστάμενον από τους ευγενεστέρους, πλουσιωτέρους, και εναρετωτέρους πολίτας, ετιμάτο τόσον υπό πάντων, ώστε όλαι αι πόλεις της Ελλάδος εκρίνοντο εις τας ιδιαιτέρας διχονοίας εκουσίως υπ’ αυτού, του οποίου η γενική υπόληψις διεσώθη άχρι του Περικλέους, όστις μη δυνάμενος να γένη Αρειοπαγίτης διά το μη είναι άρχοντα, ηχρείωσε παντοίω τρόπω τούτο το κριτήριον, φθείρας την τε υπόληψιν και την δύναμιν.
[7] Δημοσθ. κατά αριστοκρ.
[8] Cicer. de leg. lib. II
[9] Στρ. Βιβλ. Θ΄.
[10] Μάλιστα δε την λατρείαν του Διός επονομαζομένου υψίστου, και της Αθηνάς, αφ’ ης και η πόλις ωνομάσθη.
[11] Ο Κέκροψ ωνομάσθη διφυής. Η αιτία τούτου είναι έτι άγνωστος. Οι μεν λέγουσι, διότι διώρισε τον γάμον (Σουΐδ. εν λεξ. Κεκρ.), άλλοι δε, διότι εγίγνωσκε δύο διαλέκτους, την πάτριον και την Ελληνικήν (Ευς. χρον.) και άλλοι άλλως προς το δοκούν υποτιθέντες. Μήπως ωνομάσθη Διφυής, επειδή ενομίζετο θεός και άνθρωπος; Εγώ ευρίσκω αυτήν την δόξαν πιθανωτέραν, ίσως ως εδικήν μου; Ο αναγνώστης ας κρίνη, αν δεκάζωμαι υπό της φιλαυτίας.

Τετάρτη 9 Σεπτεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΙΔ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
Μυκήνες – Πελοπίδες – Ηρακλείδες

Μ’ ΌΛΟΝ ΟΠΟΎ το βασίλειον των Αθηνών είναι αρχαιότερον του Μυκηναίου, η σειρά όμως του λόγου απαιτεί να διέλθωμεν εν συνόψει το βασίλειον των Μυκηνών πρότερον. λυγκεύς ο Αιγύπτου εγέννησεν εξ Υπερμνήστρας της Δαναΐδος τον Άβαντα, Άβας δε εγέννησε Προίτον και Ακρίσιον διδύμους, οίτινες στασιάσαντες προς αλλήλους, εμερίσαντο το Άργος δι’ όπλων[1]. Και ούτω Προίτος μεν εβασίλευσε Τίρυνθος, Ακρίσιος δε Άργους. Περσεύς[2] όμως, ο Δανάης της θυγατρός του Ακρισίου υιός, άκων αποκτείνας τον πάππον, και αισχυνόμενος να επανέλθη εις το Άργος, ηλλάξατο με τον υιόν του Προίτου Μεγαπένθην, και έλαβεν αντί του Άργους την τίρυνθα, ης μητρόπολιν απέδειξε τας Μυκήνας[3]. Τον Περσέα διεδέχθησαν οι υιοί του, Αλκαίος πατήρ του Αμφιτρύωνος, Ηλεκτρύων πατήρ της Αλκμήνης, και Σθένελος, του οποίου ο υιός Ευρυσθεύς μόνος βασιλεύσας μετέπειτα των Μυκηνών, είναι περίφημος εις τα ελληνικά χρονικά διά το προς τον εξάδελφόν του Ηρακλέα μίσος. Δεν είναι λαμμία λαμπρά πράξις, οπού να μην ανέθεσαν οι Έλληνες εις αυτόν τον τριέσπερον ηρωάτων. Μέγιστος (τριών πήχεων και ¼) το ανάστημα[4], ανδρειότατος, έπρεπε μ’ όλον τούτο να εκτελή τας προσταγάς του Ευρυσθέως, αις κατά το πεπρωμένον πειθόμενος, κατώρθωσε τους δώδεκα θρυλλούμενους άθλους[5]. Οι παίδες δε του Ηρακλέους εβδομήκοντα δύο τον αριθμόν, εν οις μόνον μία θυγάτηρ[6], διωκόμενοι υπό του Ευρυσθέως, νικήσαντες αυτόν, εξεβλήθησαν πάλιν του Άργους, και βασιλεύουσι του Άργους και των Μυκηνών οι Πελοπίδαι[7], ο Ατρεύς, ο Θυέστης, ο Αγαμέμνων, έως ότου επελθόντες πάλιν η[8] Ηρακλείδαι, κατέλυσαν όλας τας Πελοποννησιακάς εξουσίας, και διελόμενοι εις τρία όλην την Χερσόνησον[9] εβασίλευσαν[10].

[1] Ούτοι εύρον πρώτοι τας ασπίδας.
[2] Σύγχρονος τω Περσεί ην ο Πέλοψ, ο υιός του Ταντάλου βασιλέως Φρυγίας (Ις. Ελ. εγκ. Στρ. Βιβ. η΄.), ή κατά τον Πίνδ. (Ολ. α΄.) της Λυδίας, ο πλουσιώτατος και δυνατώτατος των τότε, όστις ελθών εκείθεν, και κυριεύσας την Πελοπόννησον, αφ’ ου και επωνομάσθη, έγημε την Ιπποδάμειαν, θυγατέρα του εν Ηλεία βασιλέως Οινομάου, συζεύξας την εαυτού θυγατέρα Αστυδάμειαν μετά του Σθενέλου πατρός του Ευρυσθέως, ούτινος φονευθέντος εν τη μάχη υπό των Ηρακλειδών, βασιλεύει των Μυκηνών ο Πέλοπος υιός Ατρεύς, και ούτως αι οικίαι του Περσέως και Πέλοπος ενωθείσαι εις την οικίαν του τελευταίου, εξαπλώθησαν καθ’ όλην σχεδόν την Πελοπόννησον.
[3] Απολλ. Βιβλ. Β΄. Κεφ. Δ΄.
[4] Ηράκλ. Ποντ. Γ΄.
[5] Ούτος ο μέγας Ήρως της Ελλάδος εγεννήθη εν Θήβαις της βοιωτίας υπό Αλκμήνης γυναικός Αμφιτρύωνος του αυτόσε βασιλέως. Ο Ευρυσθεύς φθονών κρυφίως την λαμπράν γέννησιν και ανδρείαν τούτου του Ήρωος, ηνάγκασεν αυτόν εις διαφόρους κινδύνους, ως οι θρυλλούμενοι δώδεκα άθλοι μαρτυρούσιν. Αλλ’ η περιγραφή των κατορθωμάτων του, ως πλήρης ούσα πάσης Μυθολογικής πλάσεως και δυσειδαιμονίας, εγκαταλιμπάνεται ενταύθα. Διότι τί άλλο πρέπει να εννοήσωμεν υπό την εικόνα του Νεμαίου λέοντος, της επτακεφάλου Ύδρας, κτ., ή ληστάς, κακοτρόπους, και τυράννους καταδαμασθέντας υπ’ αυτού; Κατ’ εκείνους τους καιρούς ο πλανώμενος βίος των ενδοξοτέρων ανδρών, ην ως φαίνεται πάγκοινος, καθώς μαρτυρεί περισσότερον και η κατ’ εκείνον τον καιρόν συμβάσα εκστρατεία των Αργοναυτών (π.Χ. 1350), μεθ’ ων 50 τον αριθμόν, των ενδοξοτέρων και ανδρειοτέρων της Ελλάδος, πλεύσας ο Ιάσων βασιλεύς της Ιωλκού και υιός του Αίσονος επί του πλοίου της Αργούς κατασκευασθέντος υπό του Άργου από τον λιμένα της Θεσσαλίας προς τη Ιωλκώ, ήλθε μετά πολλούς κινδύνους και μυθώδεις τύχας εις την Κολχίδα της Ασίας, προς αρπαγήν των του Αιήτου βασιλέως ταύτης θησαυρών, επ’ ονόματι του χρυσού δέρατος, όπερ και επιτυχών διά βοηθείας της μηδείας θυγατρός του Αιήτου, επέστρεψε μετ’ αυτής νικητής εις Ιωλκόν, όπου και λαβών αυτήν εις γυναίκα κατά την υπόσχεσιν, είτα την απέβαλε φυγούσαν εις τον Αιγέα βασιλέα των Αθηνών. Η επιστήμη ταύτης της γυναικός εις την μαγείαν και γοητείαν, και αι τραγικαί τύχαι προξένησαν μεγάλον κρότον εις τα συγγράμματα των Ποιητών.
[6] Αριστ. ζώων ιστορ. Βιβ. Ζ΄. Κεφ. ς΄.
[7] Θουκ. Βιβ. Α΄. Κεφ. ς΄.
[8] η αντί του σωστού οι. προφανώς πρόκειται για τυπογραφικό λάθος.
[9] Απολ. Βιβλ. Β΄.
[10] Ογδοήκοντα χρόνους μετά την άλωσιν της Τρωάδος, έγινε μία γενική σχεδόν μεταβολή εις την Ελλάδα. Οι Ηρακλείδαι εκλήθησαν από τας Αθήνας, όπου κατέφυγον διωκόμενοι υπό του Ευρυσθέως, εις κατοίκισιν της Δωρίδος, ης ο βασιλεύς (Στρ. Βιβ. Θ’.) λαβών τον πρεσβύτερον υιόν του Ηρακλέους Ύλλον χάριν του πατρός του ως υιόν, αφήκε διάδοχον. Και ούτω γενόμενοι οι Ηρακλείδαι εξ εξορίστων και ταπεινών μεγάλοι βασιλείς, και δυσαρεστούμενοι μεταξύ των αγρίων της Οίτης και του Παρνασσού, εζήτουν οικειοποιούμενοι το μεν βασίλειον του Άργους ως απόγονοι του Περσέως, το δε της Μεσσήνης και Λακεδαίμονος ως απόγονοι του κυριεύσαντος αυτά Ηρακλεόυς, ων εστερήθησαν διά την υπεροχήν των Πελοπιδών. Δις δοκιμάσαντες να διέλθωσιν τον ισθμόν, απέτυχον, φονεύσαντες εν μια μάχη τον Ευρυσθέα. Τέλος δε ο Τήμενος, Κρεσφόντης, και Αριστόδημος, απόγονοι του Ύλλου, ορμισθέντες από την Ναύπακτον μετά του Οξύλου βασιλέως της Αιτωλίας και ενός πολυαρίθμου στρατεύματος, διήλθον τον Κορινθιακόν κόλπον, λεηλατίσαντες την Χερσόνησον (Ηροδ. Βιβ. Θ΄. Παυσ. Βιβ. Α΄. Β΄. Πολυβ. Βιβ. Α΄. β΄. κτ.), και εκδιώξαντες τον τότε βασιλεύοντα υιόν του ορέστου Τισαμενόν, μεθ’ ου οι φυγάδες υπήκοοί του Αχαιοί ορμήσαντες επί τους Ίωνας, οπού κατώκαουν του δυτικού αιγιαλού του Κορινθιακού Ισθμού, και νικήσαντες, αποθανόντος ενδόξως του βασιλέως των εν τη μάχη, εξεδίωξαν αυτούς της χώρας, η και Αχαΐα επωνομάσθη. Ούτως ο μεν Τήμενος έλαβε το Άργος, ο δε Κρεσφόντης την Μεσσήνην, ο δε Όξυλος την Ηλείαν, και του Αριστοδήμου αποθανόντος οι δύο υιοί, Ευρυσθένης και Προκλής, συνεβασίλευσαν της Σπάρτης. (Παυς. Βιβ. Β΄. κτ.)

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΙΓ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Bιέννη 1805

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΣΙΚΥΩΝΑ έπεται τω χρόνω το βασίλειον της αργολίδος ομοίως εν Πελοποννήσω, αρξάμενον από Ινάχου κατά το 1080 έτος προ της εισαγωγής των Ολυμπιάδων[1], από τον οποίον ωνομάσθη ο εν Άργει ποταμός Ίναχος[2]. Ίναχον διεδέξατο ο υιός του Φορωνεύς[3], όστις έταξε νόμους εις το Άργος, και έκτισε πρώτος ναούς εις τους θεούς[4]. Αυτώ ακολουθεί ο υιός του Άπις[5], τύραννος δυνάστης, αφ’ ου ωνομάσθη όλη η Πελοπόννησος Απία[6]. Μετά τούτον βασιλεύει Άργος ο Διός και νιόβης θυγατρός του Άπιος υιός[7], αφ’ ου ωνομάσθη και το βασίλειον αυτό, και όλη η Πελοπόννησος. Και αύτη η διαδοχή κατελύθη από τον Δαναόν[8] τον υιόν του Βήλου, όστις ορμώμενος από της εν Αιγύπτω Θηβαΐδος[9], ωρμίσθη μετά των πεντήκοντα θυγατέρων του εις την Αργολίδα, και εκβαλών Γελάνορα τον έσχατον Ιναχίδην της βασιλείας, όλους τους Έλληνας από του ονόματός του μετωνόμασε Δαναούς. Όλη η Μυθολογία είναι πλήρης των Δαναΐδων, ότι και αι πεντήκοντα ομού εφόνευσαν τους νυμφίους των, πλην της πρωτοτόκου Υπερμνήστρας, ήτις διεφύλαξε τον άνδρα της Λυγκέα[10], όστις και διεδέξατο τον Δαναόν εις την διοίκησιν[11].

[1] 1986 π.Χ.
[2] Παυσ. Κορινθ. Κεφ. ΙΕ΄.
[3] 1926 π.Χ.
[4] Κλημ. Αλεξανδρ. εν προτρεπτ.
[5] 1896 π.Χ.
[6] Απολλοδ. Βιβλ. Β΄.
[7] Σχολ. Ομήρ. Ιλ. α.
[8] 1572 π.Χ.
[9] Ηρόδ. Ευτέρπ.
[10] Ο Δαναός εμποδιζόμενος υπό του χρησμού να ενώση τας 50 θυγατέρας μετά των 50 υιών του αδελφού του βασιλέως εν Αιγύπτω, ηναγκάσθη να φύγη εις Ρόδον, καντεύθεν εις Άργος, όπου καταδιωκόμενος υπό του αδελφού του Αιγύπτου, εβιάσθη να συγκατανεύση εις το ζήτημά του, παραγγείλας τας θυγατέρας του να φονεύση καθεμία τον νυμφίον της, ως και έγινε, πλην μιας.
[11] Απολλ. Βιβ. Β΄. Κεφ. Α΄.

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΙΒ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.

Σικυών

Μετά την διασποράν των οι υιοί του Ιωνάν εβυθίσθησαν ακαταλύπτως εις μίαν ζωώδη κατάστασιν. Οι παλαιοί Συγγραφείς παριστώσιν ημίν τους πρώτους κατοίκους της Ελλάδος όχι μόνον, ως οι Τρωγλοδίται, κατοικούντας εις σπήλαια, από τα οποία μόνον η ανάγκη τους εξέβαλεν, οδηγούσα αυτούς εις αναζήτησιν τροφής, αλλά και εις διηνεκείς εμφυλίους αιματοχυσίας[1], επειδή ο μικρότερος λειμών, ο ευτελέστερος αγρός, ήτον ικανός να προξενήση ρείθρω όλα αιμάτων εν ταις μνησικάκοις φυλαίς των βαρβάρων. Εις τοιούτον όμως τερπνότατον κλίμα η ανθρωπότης δεν ημπορεί να έρπη πολύν χρόνον, μηδέν διαφέρουσα της αλόγου κτίσεως. Πολλαί αποικίαι διαπεραιωθείσαι από τους αιγιαλούς της Αιγύπτου και της Φοινίκης εις τα παραθαλάσσια της Ελλάδος, ήρξαντο να διδάσκωσι τα εξηγριωθέντα έθνη καθήκοντα και προς άλληλα, και προς το ύπατον Ον, και ούτως αι πρώται μετοικεσίαι ωνομάσθησαν βασιλείαι.

Εάν θελήση λοιπόν τίς να περιγράψη ανιχνεύων τας ιδιαιτέρας περιπετείας αυτών των βασιλιδίων, το οποίον ανήκει μάλλον τω Οικονομικώ, ή τω Ιστορικώ, ο τοιούτος ήθελεν επιφορτίση βεβαίως τον αναγνώστην επαχθώς και ανωφελώς με μίαν τοιαύτην ματαιοπονίαν. Εις ημάς αρκεί μόνον να σημειώσωμεν, ότι το πρώτιστον βασίλειον εις την Ελλάδα ην το της Σικυώνος [κτ. κ. 1915 – π.Χ. 2089.], του οποίου η αρχή υποτίθεται 1313 έτη προ της πρώτης Ολυμπιάδος κατά τον Ευσέβιον[2], πρέπει δε να ήτον δυνατόν βασίλειον, επειδή διήρκεσε περί τα χίλια έτη, από τον Αιγιαλέα δηλ. τον πρώτον των Σικυωνίων βασιλέα, έως του ιε΄ έτους της επανόδου των Ηρακλειδών εις την Πελοπόννησον, εις ημάς όμως δεν διεσώθησαν, ειμή τα ονόματα μόνον των βασιλέων[3].

[1] Η Ελλάς κατά τους αρχαιοτάτους καιρούς ωμοίαζε με εν ακαλλιέργητον δάσος, κατοικουμένη από αμαθείς και αγρίους, και τρεφομένους από φυτά, καρπούς, και ρίζας (Ισοκρ. εν παν. Lucret. V, 964.) Πρώτος ο Πελασγός εδίδαξεν αυτούς να τρέφωνται από βαλάνους, να κατοικώσιν εις καλύβας, και να περιθάλπωσι το σώμα των με τα δέρματα των ζώων, δι’ ο και μεγάλως ύστερον ετιμήθη (Παυς. κεφ. Η΄.). Την Γεωργίαν ηγνόουν παντάπασι, και δεν είχον άλλους νόμους, ειμή την ισχύν του σώματος. Κατ’ ολίγον ήρξαντο με να ζώσι κοινωνικώτερον υπό διαφόρους αρχηγούς, αλλά και τούτων όσοι κατώκουν καρποφόρον γην, κατεπολεμών το αλλήλοις, επικρατούντος του δυνατοτέρου μέρους, διό και κάθε χρόνον σχεδόν μετήλλατεν η Θετταλία, Πελοπόννησος, και άλλοι καρποφόροι τόποι της Ελλάδος, τους διοικητάς και εγκατοίκους, όσοι δε κατώκουν γην άκαρπον και λεπτοτάτην, έμενον ειρηνικοί χωρίς να φοβώνται από εισδρομάς εχθρών, καθώς ηκολούθησεν εν τη Αττική (Θουκ. Βιβλ. Α΄.). Αλλά και ότε συνεισήχθη η Γεωργική, και άρχησαν να ζώσι κατά πόλεις και κώμας, δεν αφήκαν τας καταδρομάς και αρπαγάς, αλλ’ ειργάζοντο την πειρατικήν άχρι πολλού καιρού, ουκ αισχυνόμενοι, αλλά μάλλον καυχώμενοι επί τη εμπειρία των. Η παλαιά διοίκησις ην βαρβαρική και απολίτευτος, ώστε πάσα πόλις και κώμη ήτον σχεδόν ως μία μικρά τυραννία, διοικουμένη από ένα αρχηγόν ονομαζόμενον μ’ όλον τούτο βασιλέα. Οι νόμοι ήσαν άγνωστοι αυτοίς έως του καιρού των εν Αθήναις αρχόντων. Ο Κάδμος, Ορφεύς, Μεσσαίος, και άλλοι έφερον απ’ Αιγύπτου την τέχνην του γράφειν, την Αριθμητικήν, Ναυτικήν, και Εμπορικήν. Η Αστρονομία εισήχθη μετά πολύν καιρόν από την Βαβυλώνα, η δε Γεωμετρία και Φιλοσοφία από την Αίγυπτον και Ιουδαίαν, η δε μαγεία από την Περσίαν (Ηροδ. Βιβλ. Β΄. Διόδ. Α΄. Tat. orat. contra graecos princ.). Ο Κέκροψ παρέδωκε κατ’ αρχάς εις τους Έλληνας κατά τον Παυσανίαν την Αιγυπτιακήν θρησκείαν, και τέλος ο Ορφεύς, Λαίδαλος, και Μελάμπους επεσώρευσαν αυτούς με πάσαν Αιγυπτιακήν συσειδαιμονίαν.
[2] Εν χρον.
[3] Μεγάλη διαφωνία ευρίσκεται μεταξύ των Συγγραφέων τόσον διά την τάξιν και τον αριθμόν, όσον και διά τα ονόματα των βασιλέων. Οι πρώτοι κάτοικοι της Σικυώνος ήσαν αναμφιβόλως ο[ι] Πελασγοί (Ηρόδ. Βιβ. Ζ΄.) ωνομάσθη δε κατά πρώτον μεν Αιγιαλεία ή Αιγιαλός, ήτοι από τον Αιγιαλέα πρώτον βασιλέα της (Παυς. Ζ΄.), ή από την χώραν, έπειτα δε Ιωνία από Ίωνος υιού του Ξάνθου, επομένως δε Αχαΐα, ότε εξωσθέντες οι Αχαιοί του Άργους και της Λακεδαίμονος υπό των Ηρακλειδών, εξουσίασαν μάχη της χώρας των Σικυωνίων, διαμερισθέντες εις τα[ς] δώδεκα πόλεις των Ιώνων (Παυς. Β΄. Στρ. Η΄.), και τέλος Σικυών από τον ιθ΄βασιλέα. Μετά τον θάνατον Ζευξίππου του τελευταίου των 26 λογιζομένων βασιλέων, διωκείτο το βασίλειον της Σικυώνος υπό των επτά Ιερέων του Απόλλωνος άχρι 40 χρόνων κατά τον Ευσέβιον. Μετά δε την επάνοδον των Ηρακλειδών εις την Πελοπόννησον, συνηριθμήθησαν οι Σικυώνιοι εν τοις Δωριεύσιν, υποταχθέντες εις το βασίλειον της Αργολίδος. Προς τιμήν Δημητρίου του Πολιορκητού μετωνόμασαν οι κάτοικοι την χώραν Δημητριάδα (Διόδ. Βιβλ. Κ΄, Πλουτ. Δημητ.). Η Σικυών ην περίφημος εν τη Ζωγραφική, γέμουσα παντός είδους εικόνων, εις ην και αυτός ο Απελλής ήλθε να διδαχθή από τον Πάμφιλον περίφημον ζωγράφον επί μισθώ ενός ταλάντου αργύρου (Πλιν. ΛΕ΄.).

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΙΑ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.

Ελλάς

Ας καυχάται ο Αρκάς να είναι προσέληνος[1], ας σεμνύνεται ο Αθηναίος ως αυτόχθων, απόδειξιν τούτου τον εν τη κόμη του τέττιγα φέρων[2], ο φιλόσοφος χειραγωγούμενος και από την ιστορία, και από την αδέκαστον παρατήρησιν της φύσεως, διξάζει το θερμόν της Ασίας κλίμα, τας ευφορωτάτας όχθας του Ευφράτου, ως την γενέθλιον εστίαν του ανθρωπίνου γένους. Εκείθεν και μετά τον κατακλυσμόν διεσπάρησαν οι άνθρωποι, και κατεκυρίευσαν αναλόγως τη χρεία των όλην την επιφάνειαν της γης. Εκ της ιεράς Γραφής διδασκόμεθα, ότι Ιωνάν ο υιός του Ιαφέθ είναι ο πατριάρχης όλων των γενών, οπού περιέχονται υπό το γενικόν όνομα Έλληνες[3], όνομα παραγόμενον από τον Ελισσά, ένα των τεσσάρων υιών του Ιωνάν[4], από τους οποίους Θαρσείς ο δευτερότοκος κατώκησε την Αχαΐαν, ο Χιττίμ την Μακεδονίαν, και Δοδανίμ ο υστερογενής την Θεσσαλίαν και την Ήπειρον. Όπως αυτοί διείλον αναμεταξύ των την χώραν, οίους πολέμους, και όσας καταστροφάς υπέστησαν, είναι ημίν πάντη άγνωστον, αλλά και αν ήτον γνωστόν, η Ιστορία μικρών βαρβαρικών πολιτειών δεν ημπορούσεν αναμφιβόλως να ανταμείψη τον πόνον της αναζητήσεως. Εις εκείνους τους καιρούς τα βασίλεια ήσαν ευτελή, επειδή πολλάκις μία και μόνη πόλις, της οποίας η πέριξ επικράτεια δεν υπερέβαινε το διάστημα ολίγων ωρών, εκαλλωπίζετο με το μεγαλοπρεπές αυτό όνομα.

[1] Σχολ. Απολ. Ροδ. Βιβλ. Γ΄.
[2] Θουκ. Βιβλ. Α΄.
[3] Γεν. Ι΄. 4.
[4] Οι Έλληνες εν αρχή της νηπιότητός των ωνομάζοντο διαφόρως κατά τους κατά καιρούς αρχηγούς των, όντες διηρημένοι εις διάφορα έθνη, εξ ων το Πελασγικόν ως το ισχυρώτερον και πολύπλανον, μετέδωκε το όνομά του τελευταίον εις όλα τα λοιπά, επωνομάσθη δε ούτως από Πελασγού κατά πρώτον βασιλέως Αρκαδίας τε και Πελοποννίσου, και απογόνου του Γνάχου. Μετά δε έκτην γενεάν από Πελασγού, οι Πελασγοί, ο Αχαιός, Φθίος, και Πελασγός ο νεώτερος, οι Λαρίσσης και Ποσειδώνος υιοί, ορμήσαντες δι’ έλλειψιν τροφής εν τη χώρα των εις την τότε Αιμονίαν ονομαζομένην Θεσσαλίαν, εμέρισαν αυτήν εν γένει Πελασγίαν καλουμένην εις τρία μέρη, Φθιώτιν, Αχαΐαν, και Πελασγιώτιν. Τέλος ο Θεσσαλός και Γραικός μετωνόμασαν τους υπηκόους των Θεσσαλούς και Γραικούς. Έζησαν δε οι Πελασγοί πέντε γενεάς ησύχως εν τη καρποφόρω Θεσσαλία, έως ου περί την έκτην γενεάν ο Προμηθέως υιός Δευκαλίων, βασιλεύς της Λυκωρείας επί τον Παρνασσόν (Διον. Αλ. Βιβ. Α΄. Marm. par. epoch. 2 και 4), διά την πλημμύραν ίσως του Ευξείνου πόντου, ή του Αχελώου ποταμού (Διοδ. Ε΄. 47. Αριστ. μετεωρ.), τον φημιζόμενον κατακλυσμόν εκείνου του τόπου, αναγκασθείς ώρμησε μετά των Κουρήτων και Λελέγων, των ονομασθέντων έπειτα Αιτωλών και Λοκρών, και άλλων επί τον Παρνασσόν εθνών εις την Θεσσαλίαν, εξ ης διωχθέντες, διεσπάρησαν οι Πελασγοί, οι μεν εις Κρήτην, Βοιωτίαν, Φωκίδα, Εύβοιαν, οι δε εις τινας των Κυκλάδων νήσων, και άλλοι εις την Ήπειρον, και εντεύθεν εις Ιταλίαν. Επειδή λοιπόν αύτη η φυγή συνέβη επί του Γραικού, οι φυγάδες Πελασγοί επωνομάζοντο γενικώς Γραικοί, και έκτοτε επεκράτησε παρά τοις Ευρωπαίοις να ονομάζωνται οι Έλληνες Γραικοί. (Marmor. parium epocha. 6. Αριστ. μετεωρ. Α΄. Κεφ. 14. Απολλ. Βιβλ. Α΄. Κεφ. 7.)


Αποθανόντος δε του Δευκαλίωνος, επωνομάσθησαν οι Θεσσαλοί μόνον Έλληνες από Έλληνος υιού αυτού, ωσάν οπού έτι επί του Ομήρου Έλληνες μεν ωνομάζοντο μόνον οι ελθόντες μετά του Αχιλλέως από την Φθιώτιν της Θεσσαλίας (Ιλ. β. Θουκ. Βιβλ. Α΄. Στρ. ιΔ΄.), οι δε λοιποί Αργείοι, Αχαιοί, και Δαναοί. Αλλά τέλος διεδόθη το όνομα Έλληνες μετά την εισαγωγήν των Ολυμπίων (Ηρ. Ε΄. Πριδεαύξ. Ι΄.) γενικώς εις όλον το έθνος, διάτε την δύναμιν και τας αποικίας των του Έλληνος υιών, Αιόλου, Δώρου, και Ξούθου (Θουκ. Βιβλ. α΄.)


Ο μεν Αίολος λαβών την διοίκησιν της Φθιώτιδος παρά του πατρός του, επωνόμασε τους υπηκόους του Αιολείς, εξ ου κατήγοντο οι Θεσσαλοί, οι Μακεδόνες, οι και τοις Δωριεύσιν έπειτα επεπλέχθησαν, οι Ακαρνάνες, οι Αιτωλοί, οι Λοκροί, οι Φωκεις, αι δυτικαί νήσοι Ζάκυνθος, Κεφαλληνία, και Ιθάκη, αι Αιολικαί εν Σικελία, Ασία, ιταλία κτ. αποικίαι (Στρ. Η΄.). Μετά τον θάνατον του Αιόλου βασιλεύει της Φθιώτιδος ο του Ξούθου υιός Αχαιός, αφ’ ου και οι υπ’ αυτόν Αχαιοί εκλήθησαν. Τούτω ακολουθεί ο Μυρμιδών, αφ’ ου και Μυρμιδόνες, κτ.
Ο δε Δώρος ο δεύτερος υιός του Έλληνος έλαβε την Εστιαιώτιν της Θεσσαλίας, μετονομάσας τους εγκατοίκους Δωριείς. Τούτου δε οι απόγονοι διωχθέντες από τους Περραιβούς, οι μεν πλείστοι κατώκησαν την Μακεδονίαν, ο δε υιός του Δώρου Τέκταμος ήλθε μετ’ α΄λλων Δωριέων, Αιολών, και Πελασγών εις Κρήτην, αφ’ ου ο Μίνως και οι από τούτου κατάγονται. Από Μακεδονίας ήλθον τινές Δωριείς διά Θεσσαλίας εις τα Οιταία όρη, κτίσαντες την Δωρικήν τετράπολιν. Εις δε των βασιλέων των έλαβε τον υιόν του Ηρακλέους Ύλλον ως υιόν, και έκτοτε οι Ηρακλείδαι ως Δωριείς ενομίζοντο. Από τούτων κατήγοντο οι Λακεδαιμόνιοι, Μακεδόνες, αποικίαι τινές εν Ασία, Ιταλία, μεγάλη ελλάδι, και Σικελία, κτ. (Παυς. Δ΄.).


Ο δε τρίτος υιός του Έλληνος Ξούθος, καταδιωκόμενος υπό των αδελφών του έφυγε εις την Αττικήν, όπου εγέννησεν εκ της θυγατρός του αυτόσε βασιλέως Ερεχθέως δύο παίδας, Ίωνα και Αχαιόν, ων ο μεν πρώτος έλαβε μεν παρά του Ερεχθέως την διοίκησιν διά τα αρετάς του, αφ’ ου και οι Αθηναίοι τότε Ίωνες ωνομάζοντο, και άχρι τούδε γενικώς παρά τοις Άραψι κτ. οι Έλληνες «γιουνάνου» καλούνται, εξωσθείς δε εν ολίγω υπό των του Ερεχθέως υιών, κατώκησε το μέρος της Πελοποννήσου, όπερ ωνομάζετο πρότερον μεν Αιγιαλός, ύστερον δε Αχαΐα, και τέλος μετά την επάνοδον των Ηρακλειδών εκδιωχθείς, έφυγε μετά των υπηκόων του, και Νηλέως υιού του Κόδρου, και άλλων, εις την μικράν Ασίαν, εξ ης εξεδιώχθησαν οι Πελασγοί, κάρες, και Λέλεγες, ο δε Αχαιός βοηθεία Αθηναίων απελθών εις Θεσσαλίαν, εκυρίευσε της πατρικής του βασιλείας, της Φθιώτιδος, αφ’ ου και οι Αιολείς Αχαιοί ωνομάσθησαν. Αλλ’ οι υιοί αυτού αποθανόντος πάλιν διωχθέντες, ήλθον μετά πολλών Αιολών εις Πελοπήννησον, κυριεύσαντες το Άργος, και την Λακεδαίμονα, ων οι κάτοικοι Αχαιοί προσηγορεύθησαν. Μετά δε την επάνοδον των Ηρακλειδών διωκόμενοι, κατώκισαν, Τισαμένου στρατηγούντος, τον Κορινθιακόν ισθμόν, εξελάσαντες τους Ίωνας από τας δώδεκα πόλεις, και ονομάσαντες Αχαΐαν.


Εν ω δε οι του Έλληνος απόγονοι μετώκουν εις όλην την Ελλάδα, έφερον αποικίας ο μεν Κέκροψ απ’ Αιγύπτου [1570 π.Χ.] εις τας Αθήνας, ο δε Δαναός από Χέμμιν [1572 π.Χ.] ομοίως εν Αιγύπτω εις την Πελοπόννησον, ο δε Κάδμος από Φοινίκης [1549 π.Χ.] εις Βοιωτίαν, και ο Πέλοψ από Φρυγίας [1423 π.Χ.] εις το Άργος.

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος Ι΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
__________

Κεφάλαιον Α΄

Περί της αρχαιοτάτης καταστάσεως της Ελλάδος.

Αι πρώται ειδήσεις οπού έχομεν διά κάθε τόπον είναι μυθώδεις και αβέβαιοι. κάθε απάτη ευρίσκει ραδίαν πάροδον εις ένα αφώτιστον έθνος, επειδή η αμάθεια είναι η μήτηρ της ευπιστίας. Διό δεν πρέπει να δώσωμεν πίστιν εις όσα παρέδωκαν ημίν οι Έλληνες περί της αρχαιοτάτης αυτών καταστάσεως. Οι δε πρώτοι οπού άρχησαν να διηγώνται τας πράξεις των συμπολιτών είναι οι Ποιηταί, των οποίων η τέχνη είναι να θέλγωσι την φαντασίαν, μη φροντίζοντες μηδέ αυτής της πιθανότητος. Εκ τούτου αι αρχαιόταται παραδόσεις της Ελλάδος παριστώσιν ημίν μόνον μηχανήματα θεών και ημιθέων, τεράστια συμβάντα ηρώωντε και γιγάντων, φθοράς δρακόντων και θηρίων, και εν γένει όλην την δύναμιν των μαγειών και της γοητείας, και ο άνθρωπος μόλις φαίνεται να έχη τινά κοινωνίαν εις την εικόνα. και εν ω ο αναγνώστης περιτρέχει ακαταπαύστως τας χαριεστέρας σκηνάς, οπού ημπορεί να παραστήση η φαντασία, δεν βλέπει σχεδόν ποτέ πράξεις ενός πλάσματος ομοίου με αυτόν.

Όθεν ήθελεν είναι μάταιον, και έξω του ημετέρου σκοπού να περιγράψωμεν ως ιστορίας διηγήσεις, οπού δεν ενομίσθησαν ποτέ αληθείς. Μερικοί Συγγραφείς κατέβαλον μεν πολλούς πόνους, ίνα διακρίνωσι την αλήθειαν από τον μύθον, και ούτω να μας δώσωσι μίαν αδιασπαστον διήγησιν από αρχής της σκοτεινής παραδόσεως, έως της πρώτης καταβολής της αληθούς και ανενδοιάστου Ιστορίας, αλλ’ ούτοι εμόρφωσαν έκαστος την Μυθολογίαν κατά το δοκούν, και έδωσαν εις κάθε μύθον το σχήμα της πιθανότητος, αντί π.χ. του χρυσού δέρατος, οπού ήρπασεν ο Ιάσων από την Κολχίδα μετά των Αργοναυτών, εννοούσι μεγάλους θησαυρούς. αντί της Χιμαίρας, οπού ηφάνισεν ο Βελερεφόντης, την εξομάλισιν ενός όρους προς κατοικίαν. αντί της επτακεφάλου Ύδρας, οπού κατεδάμασεν ο Ηρακλής, την νίκην ενός ληστού, κτ.

Κατ’ αυτόν τον τρόπον βιάζουσι τας εικόνας μιας μεγάλης φαντασίας να λάβωσι μίαν σοβαράν και σπουδαίαν μορφήν, και απατώσι διά τούτου τον Αναγνώστην περισσότερον, παριστώντες εις αυτόν υπό το σχήμα της αληθείας, εκείνο οπού έπρεπε να είναι μόνον προς ηδονήν και ψυχαγωγίαν του.

Διά τούτο ο μυθώδης αιών της Ελλάδος πρέπει να καταλιμπάνηται από την ιστορίαν. Τώρα είναι πλέον πολλά αργά, διά να ημπορέσωμεν να διακρίνωμεν τα μέρη, οπού υπάρχουσιν εν τη φύσει πραγματιωδώς, από εκείνα οπού υφίστανται μόνον κατά φαντασίαν, επειδή δεν έχομεν κανένα ίχνος, οπού να μας οδηγήση εις αυτήν την σκολιάν και λαβυρινθώδη αναζήτησιν. Η δρόσος της συγής εξατμίσθη, όθεν ήθελεν είναι μάταιον να ζητήτις να κυνηγή εν σταθερά μεσημβρία. Ικανόν λοιπόν είναι εις ημάς να παρατηρήσωμεν, ό,τι η Ελλάς, ως και αι περισσότεραι επαρχίαι, περί της αρχής των οποίων έχομεν τινά είδησιν, ήτον κατ’ αρχάς διηρημένη εις πολλάς μικράς πολιτείας, ων εκάστη είχε τον ξεχωριστόν βασιλέα της. Η παλαιά Ελλάς, ήτις είναι νυν το μεσημβρινόν μέρος της ευρωπαϊκής Τουρκίας, περιωρίζετο προς μεν ανατολάς από το Αιγαίον πέλαγος, το νυν Αρχιπέλαγος, προς μεσημβρίαν δε από το Κρισσαίον, προς δυσμάς από το Ιώνιον, και προς Άρκτον από την Ιλλυρίαν και Θράκην[1]. Τόση ολίγη ήτον ως προς το ποσόν η έκτασις της γης, εξ ης προήλθον όλαι αι τέχναι του τε πολέμου και της ειρήνης, εξ ής προέκυψαν οι μέγιστοι στρατηγοί, φιλόσοφοι, ποιηταί, ζωγράφοι, αρχιτέκτονες, και αδριαντοποιοί, εφ’ οις ημπορούσε να καυχηθή ποτέ όλος ο κόσμος, ήτις κατετρόπωσε τους δυνατωτάτους Μονάρχας, διεσκόρπισε τα μεγαλήτερα στρατεύματα, οπού εφάνησαν ποτέ εις την γην, και τέλος εφάνη διδάσκαλος όλης της ανθρωπότητος.


[1] Η Ελλάς διηρέθη εις πέντε επαρχίας, εις την Πελοπόννησον, κυρίως Ελλάδα, Ήπειρον, Θεσσαλίαν, και Μακεδονίαν, ων η μεν Πελοπόννησος εμεπεριείχε το βασίλειον της Σικυώνος, του Άργους, της Κορίνθου, Μεσσήνης, Αζαΐας, Αρκαδίας τε και Λακεδαιμονίας. η δε Ελλάς το βασίλειον της Αττικής, των Μεγάρων, της βοιωτίας, Λοκρίδος, Δωρίδος, Φωκίδος, και Αιτωλίας. εν δε τη Ηπείρω κατώκουν οι Μολοσσοί, Αμφίλοχοι, Δρύοπες, Χάονες, Θεσπρώτιοι κτ. η δε Θεσσαλία περιελάμβανε την Θεσσαλιώτιν, Εστιαιώτιν, Πελασγιώτιν, Φθιώτιν, και Μαγνησίαν. εν δε τη Μακεδονία κατώκεν ως 150 διάφορα έθνη κατά τον Πλίνιον Βιβλ. Δ΄. 10 Επί των Ρωμαίων διηρέθη η Ελλάς εις δύο, εις την Μακεδονίαν, και Αχαΐαν.

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος Θ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
Κεφαλαιώδης πίναξ των εν τω πρώτω Τόμω περιεχομένων
__________
Κεφάλαιον Α΄
Περί της αρχαιοτάτης καταστάσεως της Ελλάδος.

Κεφάλαιον Β΄
Περί διοικήσεως της Σπάρτης, και των νόμων του Λυκούργου.

Κεφάλαιον Γ΄
Περί διοικήσεως των Αθηνών, περί των νόμων του Σόλωνος, και της Ιστορίας της Δημοκρατίας από του Σόλωνος, έως της αρχής του Περσικού πολέμου.

Κεφάλαιον Δ΄
Σύντομος επιθεώρησις της καταστάσεως της Ελλάδος προ του Περσικού πολέμου.

Κεφάλαιον Ε΄
Από της εξώσεως του Ιππίου, έως της τελευτής του Δαρείου.

Κεφάλαιον ς΄
Από της τελευτής του Μιλτιάδου, έως της αναχωρήσεως του Ξέρξου εκ της Ελλάδος.

Κεφάλαιον Ζ΄
Από της αναχωρήσεως του Ξέρξου, έως της ειρήνης της μεταξύ Ελλήνων και Περσών.

Κεφάλαιον Η΄
Από της εν Μυκάλη νίκης, έως της αρχής του Πελοποννησιακού πολέμου.

Κεφάλαιον Θ΄
Από της ειρήνης μετά της Περσίας, έως της ειρήνης μετά του Νικίου.

Κεφάλαιον Ι΄
Από της Νικίου ειρήνης έως του τέλους του Πελοποννησιακού πολέμου.

Κεφάλαιον ΙΑ΄
Από της καταλύσεως της δυνάμεως των Αθηναίων, έως της τελευτής του Σωκράτους.

Κεφάλαιον ΙΒ΄
Από της τελευτής του Σωκράτους, έως του θανάτου του Επαμ[ε]ι νώνδου.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος Η΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
[από της γεννήσεως του Δημοσθένη έως του τέλους του Συμμαχικού πολέμου]

386 – 3 Οι Θηβαίοι ουκ αποδέχονται την ειρήνην. Ο Ευαγόρας, βασιλεύς της Κύπρου πολεμεί μετά των Περσών. Γέννησις Δημοσθένους.
385 – 4 Ο Ευαγόρας νικάται υπό των Περσών. Η μαντινεία σκάπτεται υπό των Σπαρτιατών.
384 γθ΄, 1 Γέννησις Αριστοτέλους.
383 – 2 Οι Λακεδαιμόνιοι στέλλουσι τω βασιλεί της Μακεδονίας βοήθειαν κατά της Ολύνθου.
383 – 3 Ο Φοιβίδας κυριεύει της Καδμείας.
380 ρ΄, 1 Οι Ολύνθιοι βιάζονται εις ειρήνην μετά του βασιλέως της Μακεδονίας.
379 – 2 Οι Φλιάσιοι νικώνται υπό του Αφησιλάου.
378 – 3 Ταραχή εν Θήβαις. Η πόλις ελευθερούται.
Ο Σφοδρίας επιχειρεί κατά του Πειραιώς απράκτως. Συμμαχία Αθην. και Θηβαίων.
377 – 4 Ο Χαβρίας νικά παρά τη Νάξω τον ναύαρχον Πόλλιν, και αποθνήσκει εις Άβδηρα.
376 ρα΄, 1 Β΄ νίκη των Αθηναίων υπό τον Τιμόθεον κατά θάλασσαν προς τη Λευκάτη.
Νίκη του Πελοπίδου εν Τεγύρα.
374 – 3 Ειρήνη Αθηναιών και Λακεδαιμονίων.
373 – 4 Οι Λακεδαιμόνιοι διώκονται εκ της Κερκύρας.
371 ρβ΄, 2 Μάχη εν Λευκτροίς τη 8 Ιουλίου.
369 – ¾ Οι Θηβαίοι εισβάλλουσιν εις την Λακωνίαν.
Ο Ιάσων Θεσσαλίας τύραννος φονεύεται.
368 – 4/1 Δευτέρα εισβολή των Θηβαίων εις την Λακωνίαν. Αποκατάστασις της Μεσσήνης.
367 ργ΄, 1 Ο Πελοπίδας στρατεύει κατά του Αλεξάνδρου του Θεσσαλού, Τυράννου των Φερών.
366 – 2/3 Νέα εισβολή Θηβαίων εις Πελοπόννησον.
366 – 3 Ειρήνη μεταξύ των Ελληνικών εθνών, και ταχεία λύσις αυτής.
366 – 4 Αλέξανδρος ο Β΄, βασιλεύς της Μακεδονίας, φονεύεται. Περδίκκας ο Γ΄ βασιλ. Μακεδονίας.
364 ρδ΄, 1 ο Πελοπίδας αποθνήσκει εν τη Θεσσαλία.
362 – 2 Μάχη εν τη Μαντινεία, όπου ο Επαμ[ε]ινώνδας αποθνήσκει. Γενική ειρήνη.
361 – 3 Αγησίλαος στρατεύει εις Αίγυπτον και θνήσκει. Ο Ώχος διαδέχεται τον Αρταξέρξην.
360 ρε΄, 1 Φίλιππος, βασιλεύς της Μακεδονίας.
358 – 3 Συμμαχικός πόλεμος των Αθηναίων.
356 ρς΄, 1 Ειρήνη των Αθηναίων μετά των Συμμάχων.

Τετάρτη 20 Μαΐου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος Ζ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
[από της ανακλήσεως του Αλκιβιάδη έως και της Ανταλκιδίου ειρήνης]

415 – 2 Ο Αλκιβιάδης ανακαλείται από τον στόλον εις τα Αθήνας, και φεύγει εις Σπάρτην.
414 – 3 Αι πεντηκονταετείς σπονδαί μετά 6 χρόνους και 2 μήνας λύονται.
413 – 4 Οι Αθηναίοι δυστυχούσιν εις την Σικελίαν.
411 γβ΄, 1 Μεταβολαί εν Αθήναις. Οι Τετρακόσιοι λαμβάνουσι την διοίκησιν της πολιτείας εν μηνί Μαρτίω, και μετά 4 μήνας καθαιρούνται. Εξορία του Υπερβόλου, και κατάλυσις του εξοστρακισμού.
410 – 3 Οι Αθηναίοι νικώσι τους Λακεδαιμονίους κατά θάλασσαν.
408 γγ΄, 1 Θεμελίωσις της Ρόδου.
407 – 2 Θάνατος του Ευριπίδου, και μετ’ ολίγον του Σοφοκλέους.
406 – 3 Νίκη των Αθηναίων στρατηγών κατά θάλασσαν εν Οκτωβρίω, και καταδίκη αυτών.
405 – 3 Ο Διονύσιος, Τύραννος της σικελίας.
405 – 4 Ο Λύσανδρος κυριεύει του Αθηναίου στόλου εις τους Αιγός ποταμούς. Αι Αθήναι κυριεύονται υπ’ αυτού. Οι τριάκοντα Τύραννοι διορίζονται διοικηταί.
Ο Αρταξέρξης ο Μνήμων διαδέχεται τον Δαρείον.
403 γδ΄, 1 Ο Θρασύβουλος κηρύττει πόλεμον κατά των Τυράννων. Η Δημοκρατία αποκαθίσταται εν Αθήναις.
403 – 3 Ο Άρχων Ευκλείδης.
400 γε΄, 1 Ο Σωκράτης καταδικάζεται εις θάνατον. Ο Άγις, ο Βασιλ. της Σπάρτης αποθνήσκει, και αντ’ αυτού βασιλεύει ο αδελφός του Αγησίλαος. Εκστρατεία του νέου Κύρου εναντίον του αδελφού του, βασιλέως της Περσίας.
398 – 3 Ο Δερκυλλίδας, ο Σπαρτιάτης στρατηγός νικά τον Τισσαφέρνη, και κάμνει μετ’ αυτού ειρήνην.
396 γς΄, 1 Ευτυχής εκστρατεία του Αγησιλάου εν Ασία.
395 – 2 Ο Κόνων ο Αθηναίος έρχεται εις την Περσικήν αυλήν, και γίνεται Περσικός ναύαρχος.
Νέος Κορινθιακός και Βοιωτικός πόλεμος.
394 – 3 Ο κόνων νικά τον Σπαρτιατικόν στόλον υπό τον Πείσανδρον παρά την Κνίδον. Μάχη εν Κορωνεία.
393 – 4 Ο Κόνων ανοικοδομεί τα τείχη των Αθηνών.
392 γξ΄, 1 Οι Αθηναίοι κυριεύουσι της Λέσβου.
391 – 2 Η Ρώμη κυριεύεται υπό των Κελτών. Θάνατος Θουκυδίδου.
390 – 3 Ο Αμύντας βασιλεύς της Μακεδονίας.
389 – 4 Πόλεμος Αθηναίων μετά των Αιγινητών.
Η Ρώμη αναλαμβάνει την ελευθερίαν.
387 γη΄, 2 Ειρήνη του Ανταλκίδου.
Κατά τούτους τους χρόνους ακμάζουσιν οι μαθηταί του Σωκράτους, ο Αρίστιππος ο Κυρηναίος, (θεμελιωτής της Κυρηναϊκής σχολής), ο Αντισθένης (θεμελιωτής της Κυνικής0, ο Κέβης, ο Αισχίνης, ο Ξενοφών, ο Πλάτων (ο αρχηγός της ακαδημαϊκής σχολής), ο Φαίδων, και Μενέδημος (οι πρωταίτιοι της Ηλειακής, και Ερετριακής), ο Ευκλείδης (πατήρ της Μεγαρικής), οι Ποθαγορικοί[1] Φιλόσοφοι, ο Τιμαίος ο Λοκρός, Αρχύτας ο Ταρέντιος, Εύδοξος ο Κνίδιος. Οι Ρήτορες, Ανδοκίδης, Λυσίας, Ισοκράτης, Αλκιδάμας, Ισαίος. Ο διθυραμβικός Φιλόξενος, ο τραγικός Χαιρεμών, ο Κωμωδοποιός Αντιφάνης, ο Νικόφρων. Οι Ιστοριογράφοι, Θουκυδίδης (γεν. Ολ. οξ΄, 2.) Ξενοφών (γενν. Ολ. πβ΄.) Κτησίας ο Κνίδιος. Οι Ζωγράφοι, Απολλόδωρος ο Αθηναίος, Ξεύξις, Εύπομπος, Πάμφιλος κτ.

[1] αντί του σωστού Πυθαγορικοί

Τετάρτη 13 Μαΐου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος ΣΤ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
[από του 447 έως και του απόπλου του Αθηναϊκού στόλου κατά των Συρακουσών]

447 πγ΄, 2 Οι Λακεβαιμόνιοι εισβάλλουσιν εις την Αττικήν. Οι Αθηναίοι νικώνται υπό των Θηβαίων εις την Κορώνειαν.
446 – 4 Τέλος της πενταετούς ειρήνης. Νέα τριακονταετής.
443 πδ, 1 Ο Ευριπίδης ακμάζει. Ο Σοφιστής Πρωταγόρας. Οι Φιλόσοφοι Εμπεδοκλής, και Δημόκριτος. Ο φιλόσοφος και ποιητής Παρμενίδης. Πολλοί σοφισταί, εν οις ο Γοργίας, ο Πρόδικος, και ο Αντιφών.
441 πδ΄, 4 Ο Περικλής κυριεύει την Σάμον.
440 – 4 Η παράστασις των κωμωδιών απαγορεύεται εν Αθήναις, και μετά χρόνους πάλιν συγχωρείται. Κωμωδοποιοί Αριστοφάνης, Εύπολις, Φρύνιχος, Φιλωνίδης κ.τ.
489 πε΄, 2 Αρχή του Κορινθιακού πολέμου. Οι Κερκυραίοι νικώσι τους Κορινθίους διά θαλάσσης.
438 – 3 Ο περίφημος αρχιτέκτων, και αγαλματοποιός Φειδίας κατασκευάζει εν Αθήναις το ελεφάντιον άγαλμα της Αθηνάς. Σύγχρονοι αυτού ήσαν ο Πολύγνωτος, ο Αλκαμένης, κτ.
437 – 4 Οι Αθηναίοι στέλλουσιν εις την Αμφίπολιν αποικίαν.
436 πς΄, 1 Συμμαχία Κερκυραίων και Αθηναίων.
435 – 2 Η Ποτίδαια αποστατεί των Αθηναίων.
431 πξ΄, 1 Αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου κατά την άνοιξιν. Ο κύκλος του Μέτωνος.
430 – 3 Γέννησις του Πλάτωνος. Λοιμός εν Αθήναις.
429 – 4 Θάνατος του Περικλέους. Η Ποτίδαια κυριέυεται υπό των Αθηναίων.
427 πη΄, 2 Οι Λακεδαιμόνιοι κατεδαφίζουσι την Πλάταιαν. Ο ‘ρήτωρ Γοργίας καταπείθει τους Αθηναίους εις βοήθειαν των Λεοντίνων.
425 – 4 Ο Κλέων πιάνει ζώντας τους Λακεδαιμονίους εν τη Σφακτηρία.
Θάνατος του βασιλέως της Περσίας Αρταξέρξου. Τούτω ακολουθεί 424 π.Χ. ο Σογδιανός, και τούτω 423 π.Χ. Δαρείος ο Β΄, ο νόθος, και βασιλεύει 19 χρόνους.
423 πθ΄, 1 Πρώτη παράστασις των Νεφελών.
422 – 2 Παράστασις Δευτέρα των Νεφελών του Αριστοφάνους.
422 – 3 Κλέων ο Αθην. και Βρασίδας ο Λακεδ. στρατηγός αποθνήσκουσιν εν τη μάχη. Μεταξύ Αθην. και Λακεδ. γίνονται πεντηκονταετείς σπονδαί.
Κατά τούτους τους χρόνους ήκμαζε και ο Ιπποκράτης, γεννηθείς Ολ. π΄, 1 και αποθανών Ολ. ρς΄. 1. Έτι παρίφημοι αγαλματοποιοί, και ζωγράφοι, ως Πολύκλυτος, Μύρων, πυθαγόρας[1], Κτησίλαος, Δαμόφιλος, Αγλαοφών κτ.
421 πθ΄, 4. Πολλαί πόλεις αποδοκιμάζουσι την ειρήνην, και ο Αλκιβιάδης ματαιώνει την διαμονήν αυτής.
416 γα΄, 1 Εκστρατεία Αθηναίων κατά των εν Σικελία Συρακουσών.

[1] πυθαγόρας αντί για Πυθαγόρας

Τετάρτη 6 Μαΐου 2009

Ιστορία της Ελλάδος

Ιστορία της Ελλάδος Ε΄
Όλιβερ Γκόλντσμιθ, Βιέννη 1805
[από την άλωση της Μιλήτου από τους Πέρσες έως τον θάνατο του Θεμιστοκλή]

498 – 3 Η Μίλητος κυριεύεται υπό των Περσών.
Ο Αρισταγόρας φονεύεται. Τέλος του Ιωνικού πολέμου. Γέννησις του ποιητού Σοφοκλέους.
497 – 4 Η Χίος, Τένεδος κτ. κυριεύονται υπό των Περσών. Η Ιωνία ησυχάζει.
496 οα΄, 1 Γέννησις του ιστοριογράφου Ελλανίκου, και του Δημοκρίτου.
495 – 2 Ο Μαρδόνιος στρατεύει κατά των Ελλήναν, και επιστρέφει εντός ολίγου.
494 – 3 Οι Ρωμαίοι κατέστησαν τους Δημάρχους (tribunos plebis).
491 οβ΄, 1 Γέλων βασιλεύς των Συρακουσών.
491 – 2 Πόλεμος Περσών και Ελλήνων.
490 – 3 Μάχη εν Μαραθώνι τη 29 Σεπτεμπ[β]ρίου.
489 – 4 Θάνατος του Μιλτιάδου.
485 ογ΄, 3 Θάνατος του Δαρείου. Ο διάδοχος Ξέρξης κυριεύει πάλιν την αποστάσαν Αίγυπτον.
484 οδ΄, 1 Ηροδότου Γέννησις.
481 – 3 Αρχή της εκστρατείας των Περσών κατά των Αθηναίων.
480 οε΄, 1 Μάχαι εν Θερμοπύλαις και Σαλαμίνι. Ευριπίδου γέννησις. Αλέξανδρος βασιλεύς της Μακεδονίας.
479 – 2 Μάχη εν Πλαταιαίς και μυκάλη τη 22 Σεπτεμβρίου.
477 – 3 Η ηγεμονία της Ελλάδος μεταβαίνει από τους Λακεδαιμονίους εις τους αθηναίους. Θάνατος Γέλωνος, και βασιλεία του Γέρωνος.
471 οζ΄, Θουκυδίδου γέννησις. Εξορία Θεμιστοκλέους.
470 – 3 Ο Κίμων νικά τους Πέρσας κατά θάλασσαν και ξηράν. Παράστασις της πρώτης τραγωδίας του Σοφοκλέους.
469 οζ΄, 4 Γέννησις του Σωκράτους. Ο Κίμων μετακομίζει τα οστά του Θησέως εις τας Αθήνας.
468 οη΄, 1 Οι Μεσσήνιοι και οι Είλωτες κάμνουν αποστασίαν κατά των Σπαρτιατών.
467 – 2 Θάνατος Αριστείδου.
465 – 4 Ο Ξέρξης φονεύεται υπό του Αρταβάνου. Ο διάδοχος Αρταξέρξης ο μακρόχειρ βασιλεύει 40 χρόνους.
463 οθ΄, 1 Σεισμός της γης εν Λακωνία.
461 – 4 Εξορία Κίμωνος. Γ΄Μεσσηνιακός πόλεμος διαρκέσας 10 χρόνους.
460 π΄, 1 Ο Ηρόδοτος έρχεται εις Αίγυπτον.
457 – 4 Οι Αθηναίοι νικήσαντες πρώτον τους Κορινθίους και Πελοποννησίους, νικώσιν έπειτα κατά κράτος τους Θηβαίους, στρατηγούντος του Μυρωνίδου.
456 πα΄, 1 Ο Ηρόδοτος αναγιγνώσκει εν μέρος της ιστορίας του εις τους Ολυμπιακούς αγώνας. Το δ’ άλλο ανέγνω εν Αθήναις (Ολ. πγ΄, 4) κατά την εορτήν των Παναθηναίων μετά μεγάλης ευφημίας.
Οι Ρωμαίοι στέλλουσιν εις την Ελλάδα τους δεκαδάρχας αντιγραφέας των νόμων του Σόλωνος.
454 – 3 Πενταετής ειρήνη μεταξύ Αθην. και Λακεδ.
Περδίκκας Β΄βας. της Μακεδονίας.
450 πβ, 3 Ο Κίμων νικά τους Πέρσας κατά θάλασσαν προς την Κύπρον, και κατά ξηράν προς την Κιλικίαν.
449 – 4 Ειρήνη του βασιλ. της Περσίας μετά των Ελλήνων. Θάνατος του Κίμωνος. Διοίκησις του Περικλέους. Θάνατος του Θεμιστ. 65 ετών.