Ιστορία της Ελλάδος ΚΑ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
Τρωϊκά – η εκστρατεία[1]
Δεν ήθελεν είναι ανάρμοστον να αναφέρω ενταύθα συντόμως τα Τρωϊκά, καίτι τοις πάσι γνωστά. Εν τη μικρά Ασία ην η περίφημος Τρωάς, ήτις κάτ’ αρχάς μεν ωνομάσθη Τευκρία από Τεύκρου πρώτου βασιλέως ταύτης, Δαρδανία από Δαρδάνου γαμβρού του Τεύκρου είτα δε Τρωάς από Τρώος υιού του Εριχθονίου, και παρά τοις Ποιηταίς Ίλιον από Ίλου υιού του Τρώος. Αύτη η πόλις δις εκυριεύθη, και δις ανεκτίσθη. Το δεύτερον εκυριεύθη από τον Ηρακλέα επί υιού του Ίλου Λαομέδοντος, ο οποίος ανωκοδόμησεν αυτήν εκ θεμελίων, στηριχθείσαν με τείχη ασφαλέστατα. Μετά τον Λαομέδοντα βασιλεύει ταύτης ι υιός του Πρίαμος, εφ’ ου και έγινεν ο Τρωϊκός πόλεμος. Ότι κατ’ εκείνον τον καιρόν συνειθίζετο η αρπαγή των γυναικών, και μάλιστα των περιφανεστέρων, αποδεικνύεται από τον φόβον του Τυνδάρεω, βασιλέως της Σπάρτης, και πατρός της περικαλλούς Ελένης, όστις φοβούμενος και δευτέραν αρπαγήν της θυγατρός του, υπεχρέωσεν ενόρκως διαφόρους άρχοντας, οπού εζήτουν αυτήν εις γυναίκα, προς ποινήν, ει τύχοι, του άρπαγος. Ο Πάρις, υιός του Πριάμου, ο οποίος ονομάζεται και Αλέξανδρος, ελθών εις Σπάρτην, και τυχών άκρας υποδοχής υπό του Μενελάου, ήρπασε κτυφίως την κατά κλήρον λαχούσα γυναίκα του Ελένη ομού μετά πολλών θησαυρών. Μία τοιαύτη ατιμία εις ένα τοιούτον Μονάρχην, η παράβασις της φιλοξενίας, ο φημιζόμενος πλούτος της Ασίας, ο όρκος, η ισχύς του Αγαμέμνονος, βασιλέως του Άργους, και αδελφού του Μενελάου, παρεκόνησαν όλους τους βασιλείς της Ελλάδος από Πελοποννήσου έως Θεσσαλίας μετά του Ιδομενέως βασιλέως της Κρήτης, και άλλων τινών, πλην των Ακαρνάνων, προς εκδίκησιν, οίτινες και εκλέξαντες άνακτα και αρχιστράτηγον τον Αγαμέμνονα, συνηθροίσθησαν εις την Αυλίδα, τον λιμένα της Ευβοίας, όθεν και ο στόλος έπλευσε, συνιστάμενος από 1200 πλοία κατά τον Θουκυδίδην, ων έκαστον εμπεριείχεν 120 ανθρώπους.
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
Τρωϊκά – η εκστρατεία[1]
Δεν ήθελεν είναι ανάρμοστον να αναφέρω ενταύθα συντόμως τα Τρωϊκά, καίτι τοις πάσι γνωστά. Εν τη μικρά Ασία ην η περίφημος Τρωάς, ήτις κάτ’ αρχάς μεν ωνομάσθη Τευκρία από Τεύκρου πρώτου βασιλέως ταύτης, Δαρδανία από Δαρδάνου γαμβρού του Τεύκρου είτα δε Τρωάς από Τρώος υιού του Εριχθονίου, και παρά τοις Ποιηταίς Ίλιον από Ίλου υιού του Τρώος. Αύτη η πόλις δις εκυριεύθη, και δις ανεκτίσθη. Το δεύτερον εκυριεύθη από τον Ηρακλέα επί υιού του Ίλου Λαομέδοντος, ο οποίος ανωκοδόμησεν αυτήν εκ θεμελίων, στηριχθείσαν με τείχη ασφαλέστατα. Μετά τον Λαομέδοντα βασιλεύει ταύτης ι υιός του Πρίαμος, εφ’ ου και έγινεν ο Τρωϊκός πόλεμος. Ότι κατ’ εκείνον τον καιρόν συνειθίζετο η αρπαγή των γυναικών, και μάλιστα των περιφανεστέρων, αποδεικνύεται από τον φόβον του Τυνδάρεω, βασιλέως της Σπάρτης, και πατρός της περικαλλούς Ελένης, όστις φοβούμενος και δευτέραν αρπαγήν της θυγατρός του, υπεχρέωσεν ενόρκως διαφόρους άρχοντας, οπού εζήτουν αυτήν εις γυναίκα, προς ποινήν, ει τύχοι, του άρπαγος. Ο Πάρις, υιός του Πριάμου, ο οποίος ονομάζεται και Αλέξανδρος, ελθών εις Σπάρτην, και τυχών άκρας υποδοχής υπό του Μενελάου, ήρπασε κτυφίως την κατά κλήρον λαχούσα γυναίκα του Ελένη ομού μετά πολλών θησαυρών. Μία τοιαύτη ατιμία εις ένα τοιούτον Μονάρχην, η παράβασις της φιλοξενίας, ο φημιζόμενος πλούτος της Ασίας, ο όρκος, η ισχύς του Αγαμέμνονος, βασιλέως του Άργους, και αδελφού του Μενελάου, παρεκόνησαν όλους τους βασιλείς της Ελλάδος από Πελοποννήσου έως Θεσσαλίας μετά του Ιδομενέως βασιλέως της Κρήτης, και άλλων τινών, πλην των Ακαρνάνων, προς εκδίκησιν, οίτινες και εκλέξαντες άνακτα και αρχιστράτηγον τον Αγαμέμνονα, συνηθροίσθησαν εις την Αυλίδα, τον λιμένα της Ευβοίας, όθεν και ο στόλος έπλευσε, συνιστάμενος από 1200 πλοία κατά τον Θουκυδίδην, ων έκαστον εμπεριείχεν 120 ανθρώπους.
[1] Η περιγραφή των Τρωικών από τον Γκόλντσμιθ παρέχεται υπό την μορφή σύντομης υποσημειώσεως στο τέλος του κεφαλαίου, που αναφέρεται στο βασίλειο της Σπάρτης.