Ιστορία της Ελλάδος ΜΒ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805.
επιπρόσθετη νομοθεσία
κοινά συσσίτια
Αλλ' ούτοι οι νόμοι δεν εκρίθησαν ικανοί να εμποδίσωσι την φυσικήν κλίσιν των ανθρώπων εις τας ηδονάς. Διά τούτο έγινεν άλλος τρίτος, προστάζων να είναι κοιναί όλαι αι τροφαί (συσσίτια, ή φειδίτια), και να τρώγωσιν όλοι οι άνδρες αδιαφόρως εις ένα κοινόν τρικλίνιον(1), και διά να μη φθείρωνται τα ήθη των πολιτών από το παράδειγμα των ξένων, κατεστάθη άλλος νόμος (ξενηλασία) επίτηδες, απαγορεύων τους ξένους να μένωσι πολύν καιρόν εν τη πόλει(2). Διά τούτων έγινεν η ολιγάρκεια ου μόνον αναγκαία, αλλά και η χρήσις των θησαυρών απενεκρώθη εν τω άμα. Καθείς πολίτης έστελλεν εις την κοινήν αποθήκην μηνιαίως τας τροφάς του ομού με ολίγα χρήματα δι' άλλα τυχηρά έξοδα, αι δε τροφαί συνίσταντο από ένα μέδιμνον αλφίτων (αλεύρου), οκτώ μέτρα οίνου, πέντε λίτρας τυρού, και δύο λίτρας και ημισείαν σύκων. Εις καθεμίαν τράπεζαν εκάθηντο δεκαπέντε άνθρωποι, και δεν ήτον συγχωρεμένον να δεχθή τις άλλον εις την τράπεζαν, ειμή ότε συνεφώνει όλη η συντροφία. Καθείς έπρεπε χωρίς διαφοράν να είναι εις τα συσσίτια, και μάλιστα λέγουσιν, ότι ότε ο Άγις επέστρεψεν από μίαν ευτυχή νίκην, εζημιώθη και ητιμάσθη, διότι έφαγε κατ' ιδίαν μετά της βασιλίσσης(3).
(1) Ονδάς όπου τρώγουν.
(2) Πλ. εν Λυκ. Ξεν. πολ. Λακ. 14. 4.
(3) Πλουτ. Λακ. αποφθ. Απηγορευμένον ην μα λείπη τις από τα συσσίτια, ειμή ότε εθυσίαζεν, ή ην βεβαρυμμένος από το κυνηγέσιον. Και τότε έπρεπε να στείλη εν μέρος των θυσιασθέντων, ή αγρευθέντων ζώων εις τα συσσίτια.