Ιστορία της Ελλάδος ΛΔ΄
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
Τέλος πάντων κατεπείσθη ο Λυκούργος να επιστρέψη, και ελθών εύρε τον λαόν βεβαρυμμένον διά τας ιδίας των αταξίας, και έτοιμον να ασπασθή οποιανδήποτε μεταβολήν ήθελεν επιχειρισθή. Επειδή όμως η διαφθορά ήτον γενική, εύρεν εύλογον να μεταβάλη όλον το σχήμα της διοικήσεως, πεποιθώς, ότι ολίγοι τινές ιδιαίτεροι νόμοι δεν ήθελον τελεσφορήση πολύ, και θεωρών την ισχύν της θρησκείας αρμοδίαν προς εκτέλεσιν παντός νέου συστήματος, υπήγε πρώτον να συμβουλευθή το μαντείον του Απόλλωνος εν Δελφοίς, όπου εύρε πάσαν υποδοχήν, οπ’ ημπόρει να περιθάλψη την μεγάλην του φιλαυτίαν, επειδή η Πυθία ησπάσατο αυτόν ως φίλον των θεών, και θεόν μάλλον ή άνθρωπον(1), λέγουσα αυτώ προς τούτοις περί του νέου συστήματος, ότι οι θεοί εισήκουσαν της δεήσεώς του, και ότι η πολιτεία, οπού έμελλε να καταστήσης, ήθελεν είναι η καλλίστη επί της γης, και διαρκεστέρα.
(1) Ιδού ο Χρησμός.
Ήκεις ω Λυκόοργε εμόν ποτί πίονα νηόν,
Ζηνί φίλος, και πάσιν ολύμπια δώματ’ έχουσι.
Δίζω ήσε θεόν μαντεύσομαι, ή άνθρωπον.
Αλλ’ έτι και μάλλον θεόν έλπομαι ω Λυκόοργε
Ηροδ. Βιβλ. Α΄.
Ολιβιέρου Γολδσμιθίου, Βιέννη 1805
Τέλος πάντων κατεπείσθη ο Λυκούργος να επιστρέψη, και ελθών εύρε τον λαόν βεβαρυμμένον διά τας ιδίας των αταξίας, και έτοιμον να ασπασθή οποιανδήποτε μεταβολήν ήθελεν επιχειρισθή. Επειδή όμως η διαφθορά ήτον γενική, εύρεν εύλογον να μεταβάλη όλον το σχήμα της διοικήσεως, πεποιθώς, ότι ολίγοι τινές ιδιαίτεροι νόμοι δεν ήθελον τελεσφορήση πολύ, και θεωρών την ισχύν της θρησκείας αρμοδίαν προς εκτέλεσιν παντός νέου συστήματος, υπήγε πρώτον να συμβουλευθή το μαντείον του Απόλλωνος εν Δελφοίς, όπου εύρε πάσαν υποδοχήν, οπ’ ημπόρει να περιθάλψη την μεγάλην του φιλαυτίαν, επειδή η Πυθία ησπάσατο αυτόν ως φίλον των θεών, και θεόν μάλλον ή άνθρωπον(1), λέγουσα αυτώ προς τούτοις περί του νέου συστήματος, ότι οι θεοί εισήκουσαν της δεήσεώς του, και ότι η πολιτεία, οπού έμελλε να καταστήσης, ήθελεν είναι η καλλίστη επί της γης, και διαρκεστέρα.
(1) Ιδού ο Χρησμός.
Ήκεις ω Λυκόοργε εμόν ποτί πίονα νηόν,
Ζηνί φίλος, και πάσιν ολύμπια δώματ’ έχουσι.
Δίζω ήσε θεόν μαντεύσομαι, ή άνθρωπον.
Αλλ’ έτι και μάλλον θεόν έλπομαι ω Λυκόοργε
Ηροδ. Βιβλ. Α΄.